Τα καλύτερά μας καλοκαίρια!
Είτε έχοντας τη δροσιά της παγωμένης γρανίτας στα χείλη, είτε την αλμύρα της θάλασσας κρυσταλλωμένη να διατρέχει το ηλιοκαμένο σώμα, τα καλοκαίρια μας είναι γεμάτα αναμνήσεις και προσμονές.
Έχουν το χρώμα της άμμου που χώνεται κυριαρχικά ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών καθώς αναζητούν πάνω της νέες περιπέτειες, ενώ ξοπίσω η θάλασσα ρουφάει μέσα της τις θύμησες. Έχουν τη σκηνή από μια φέτα καρπούζι που λαίμαργα εξαφανίζεται αφήνοντας τους χυμούς του να κυλούν επιδεικτικά, μπροστά από μια τηλέοραση στη διαπασών που διεκδικεί το χώρο της στο μπαλκόνι, ανάμεσα στα γεράνια και τις πετούνιες. Τις μεσημεριανές σιέστες με την κυκλοφοριακή ”άπνοια” να βασιλεύει στους κεντρικούς δρόμους και μόνο από κάποιο στενό να ”ξεφωνίζει” μια πειραγμένη εξάτμιση σαν κομπάρσος σε μια βουβή ταινία. Τα απογεύματα να ξεχυνόμαστε στις γειτονιές, να σκαρφαλώνουμε στα δεντρόσπιτα, να τρέχουμε, να γελάμε, να γαντζώνεται ο ένας στην πλάτη του άλλου, να τιναζόμαστε για να αρπάξουμε το πιο ψηλό σύκο και μετά να κατρακυλάμε προς τη θάλασσα για να σκάσουμε σαν μπάλες σε φάση αποσυμπίεσης.
Και τα βράδια να πηδάμε από αστέρι σε αστέρι σχεδιάζοντας τα όνειρά μας φωτεινά να κυβερνούν το σύμπαν όλο, με το τρανζίστορ κωλυμμένο στο αυτί να πλέκουμε υποτιθέμενους διαλόγους για έναν πολυπόθητο έρωτα ή να προγραμματίζουμε ταξίδια εξερεύνησης και πρωτόγνωρων εμπειριών, σαν άλλοι Σεληνίτες.
Και καθώς μεγαλώνουμε, αναρωτιέμαι αν ο ονειροπόλος ή κατ’ άλλους τρελός Δον Κιχώτης εξακολουθεί να ταξιδεύει μέσα μας και να δίνει τις μάχες του με τους ”Γίγαντες” ή σταδιακά αποσύρεται εγκαταλείποντας το όνειρό του για τη Δεσποσύνη Δουλτσινέα;
Αλήθεια, ποιός από μας δεν θα ήθελε να βρεθεί και πάλι στην γραμμή εκκίνησης; ποιός δεν θα ήθελε να λύσει τους κάβους και να γίνει ήρωας μιάς ”ονειρικής πραγματικότητας” που δεν θα δεσμεύεται από τη λογική και τις υλικές αγκιστρώσεις;
Στην πραγματικότητα, τον ζηλεύουμε…ζηλεύουμε την τρέλα του, τη δύναμή του να κυνηγά τα ιδεώδη της δικαιοσύνης, της τιμής, να αναζητά την ομορφιά, την αγάπη.
Πραγματικότητα και όνειρο: δύο διαστάσεις που συμπλέκουν τη ζωή.
Δεν μπορούμε να αδιαφορήσουμε απέναντι στο τώρα και σ’ αυτό που μας προσφέρεται αλλά ούτε να καταχώσουμε το όνειρο και να κλείσουμε τα αυτιά μας στη φωνή της ψυχής μας. Και, όμως, μπορούμε να αγγίξουμε τον ουρανό, πατώντας στη γη… μπορούμε να φορέσουμε την πανοπλία μας και να ξεκινήσουμε το ταξίδι. Το παρόν, η πραγματικότητα μπορεί να γίνει συνταξιδιώτης του ονείρου, του ιδανικού.
Λίγη παραπάνω αποφασιστικότητα και αφύπνιση συνείδησης, λίγη παραπάνω αγάπη και φροντίδα του εαυτού μας, λίγο περισσότερο νοιάξιμο μέρα με τη μέρα για μας και μετά για τους άλλους και όλα είναι δυνατόν να συμβούν.
Άννα Βατίκαλου, Ιστορικός – Μεταφράστρια