Πως «οι καπετάνιοι» με τους Βρετανούς ανατίναξαν τη γέφυρα του Γοργοποτάμου
απόσπασμα από το βιβλίο «Οι καπετάνιοι» του Dominique Eudes
«…Ό Μάγερς, στην αναγνώριση που έκανε, διάλεξε σαν στόχο τη γέφυρα τού Γοργοπόταμου. Το σχέδιο της μάχης καταστρώθηκε ύστερα από μια τελευταία αναγνώριση. Σύμφωνα με τις αναμνήσεις του Καπετάν Νικηφόρου, που παραβρίσκεται στη σύσκεψη, ο Άρης υπαγορεύει μόνος του τη διάταξη της μάχης από τη μια άκρη ως την άλλη, και μόνο για τα μάτια συμβουλεύεται τούς Άγγλους. Την αποστολή θα εκτελέσουν 150 άντρες του ΕΛΑΣ, 60 του ΕΔΕΣ και η ομάδα των Βρετανών που την αποτελούν 12 αξιωματικοί σαμποτέρ. Ο στρατηγός Ζέρβας θα διευθύνει τις επιχειρήσεις.
Η τελική προσέγγιση του στόχου πραγματοποιείται το απόγευμα της 25ης Νοέμβρη. Η ώρα Χ καθορίζεται για τις 11 το βράδυ. «Ένα-δυο λεπτά πριν από τις 11», γράφει ό Μάγερς, «ο Ζέρβας, ο Άρης, ο Κρις (Γούντχαουζ) κι εγώ διασχίσαμε τα τελευταία μέτρα ενός υψώματος με ομαλή κλίση, πίσω από το οποίο προφυλάγονταν οι άντρες που αποτελούσαν την εφεδρεία μας, και σκύψαμε να δούμε. Η γέφυρα διαγραφόταν κάτω μας μέσα από μια ελαφριά ομίχλη. Φαινόταν τεράστια και ανθεκτική σε κάθε δοκιμασία. Η σιωπή ήταν βαθειά. Περιμέναμε έτσι, ξαπλωμένοι μπρούμυτα, γεμάτοι αγωνία, για δεκατέσσερα ολόκληρα λεπτά. Είχαμε αρχίσει να σκεφτόμαστε πως κάτι πήγε άσχημα, πως τ’ αποσπάσματα καθυστέρησαν ή έχασαν μέσα στο σκοτάδι το δρόμο, όταν ακριβώς μπροστά μας, γύρω από τη βόρεια άκρη της γέφυρας, ξέσπασε το πανδαιμόνιο.
Οι τουφεκιές και τα πυρά των αυτομάτων έμοιαζαν να έρχονται απ’ όλες τις κατευθύνσεις ταυτόχρονα, με μια τρομαχτική πυκνότητα. Μπορούσα να διακρίνω το εκκωφαντικό κροτάλισμα τεσσάρων ή πέντε ελαφρών πολυβόλων. Το απόσπασμα που είχε προσβάλλει εκείνο το μέρος της γέφυρας, δεν διέθετε παρά δυο τέτοια όπλα. Είχαμε προσκρούσει λοιπόν σε ιδιαίτερα ισχυρή αντίσταση. Οι σφαίρες περνούσαν σφυρίζοντας, αλλά αρκετά πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Ύστερα από είκοσι λεπτά με τέτοιο πυκνό πυρ, ο Ζέρβας συνοφρυώθηκε και με πληροφόρησε διαμέσου του Κρις, ότι, κρίνοντας από την πυκνότητα των πυροβολισμών, σε λίγο θα μέναμε χωρίς πυρομαχικά.
Τη στιγμή εκείνη, φονικά πυρά ξέσπασαν και στη νότια άκρη της γέφυρας κι ακούγαμε καθαρά τον καπετάν Μιχάλη να ενθαρρύνει με δυνατή φωνή τους άντρες του. Μπροστά μας, ο θόρυβος της μάχης κόπασε κάπως και, λίγα λεπτά αργότερα, ένας αναστατωμένος αντάρτης ήρθε να μας πει ότι το απόσπασμα που διενεργούσε την επίθεση στο βόρειο τμήμα της γέφυρας είχε αποκρουστεί. Μία μικρή ομάδα είχε προσπαθήσει να ανοίξει σιωπηλά πέρασμα, κόβοντας το αγκαθωτό συρματόπλεγμα, και είχε καταφέρει να περάσει ανάμεσα μερικούς άντρες, αλλά ο εχθρός τούς ανακάλυψε κι έστρεψε πυκνά πυρά αυτομάτων ίσια πάνω στο άνοιγμα. Μη έχοντας πείρα σ’ αυτό το είδος επιχειρήσεων, οι αντάρτες δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν το πυκνό πυρ και αναδιπλώθηκαν σε πιο οχυρές θέσεις.
Κρίνοντας από τις φωνές που σκέπαζαν πότε-πότε τον αχό των όπλων στην άλλη άκρη της γέφυρας, συμπεράναμε ότι στην πλευρά εκείνη τα πράγματα πήγαιναν καλά. Η κατάσταση όμως στη δική μας πλευρά απαιτούσε ενεργητική παρέμβαση. Αποφασίσαμε να ρίξουμε στη μάχη τις εφεδρείες μας, για να εξισορροπήσουμε την κατάσταση. Την ευθύνη αυτού του αποσπάσματος είχε ο Κομνηνός Πυρομάγλου, υπαρχηγός του Ζέρβα. Παλιός καθηγητής των Ελληνικών στο Παρίσι, ο άντρας αυτός δεν ήταν μόνο ικανός αλλά και θαρραλέος. Του εμπιστευθήκαμε λοιπόν τη διεύθυνση της νέας επίθεσης. Λίγο μετά την αναχώρησή του, πυκνά πυρά ξέσπασαν και πάλι μπροστά μας. Αλλά, για μεγάλη μου λύπη, ακούγονταν ακόμα να δουλεύουν πολλά αυτόματα. Ύστερα από άλλα είκοσι λεπτά μάχης, ο Ζέρβας έγινε ακόμα πιο ανυπόμονος. Μου έκανε γνωστό πως ήταν πεπεισμένος ότι προδοθήκαμε, ότι οι Ιταλοί είχαν ειδοποιηθεί για την επίθεσή μας και ενισχύθηκαν.
Δήλωσε ότι, αν στα δέκα επόμενα λεπτά δεν καταλαμβάναμε τη βόρεια άκρη της γέφυρας, θα έδινε το σήμα της γενικής υποχώρησης και μου ζήτησε το πιστόλι με τις πράσινες φωτοβολίδες. Κανείς δεν το είχε: το είχε βάλει από απροσεξία στην τσέπη του ο Κομνηνός. Έστειλα μπροστά τον Κρις για να το ξαναπάρει, με την εντολή να το φυλάξει και να μην επιτρέψει σε κανένα να το χρησιμοποιήσει χωρίς τη δική μου ρητή διαταγή. Δέκα λεπτά αργότερα, επέστρεψε με το πιστόλι, καθώς και με νέα από τον Κομνηνό, που είχε ακμαίο ηθικό και έλπιζε να καταλάβει σε λίγη ώρα τις βόρειες θέσεις του εχθρού.
Μία ώρα περίπου μετά την έναρξη της μάχης, εξαιρετικά δυνατές φωνές αντήχησαν στη νότια άκρη της γέφυρας και ακολούθησε σχεδόν αμέσως μία λευκή φωτοβολίδα. Οι θέσεις του εχθρού εκεί κάτω ήταν στα χέρια μας. Οι ατσάλινες κολώνες που έπρεπε να καταστρέψει η ομάδα των σαμποτέρ ήταν πιο κοντά σε ‘κείνη την πλευρά παρά στη δική μας. Ριψοκινδύνεψα τη διαταγή στον Τομ Μπάρνες και τους άντρες του ν’ αρχίσουν τη δουλειά. Κατέβηκα τρέχοντας μέχρι το σημείο απ’ όπου μπορούσα να διακρίνω την άλλη πλαγιά της χαράδρας, όπου ο Τομ και οι δικοί του περίμεναν το σινιάλο μου. Άναψα το φακό μου και φώναξα μ’ όλες μου τις δυνάμεις:
– Εμπρός Τομ! Η νότια άκρη της γέφυρας είναι στα χέρια μας. Προχώρησε. Θα ΄ρθω κοντά σου μόλις τα καταφέρω!
– ΟΚ, μου φώναξε ο Τομ.
Ξαναγύρισα κοντά στον Ζέρβα, τον Άρη και τον Κρις, που μου ήταν απαραίτητος σα διερμηνέας. Μπροστά μας η μάχη λυσσομανούσε. Ο Ζέρβας ήταν πεπεισμένος πως σε λίγο θα τέλειωναν τα πολεμοφόδιά μας. Του είπα πως ήταν αδύνατο να αντιμετωπίσω υποχώρηση τώρα, γιατί η ομάδα καταστροφών είχε ήδη πραγματοποιήσει ένα μέρος της δουλειάς της.
Ύστερα από δεκαπέντε ακόμα λεπτά αναμονής, μη μπορώντας να μείνω άλλο αδρανής, είπα στον Κρις ότι θα προσπαθούσα να φθάσω στον Κομνηνό, που μιλούσε λίγα αγγλικά, και ότι τον άφηνα σαν αντιπρόσωπό μου κοντά στο Ζέρβα και τον Άρη. Του επανέλαβα τις οδηγίες για το σήμα υποχώρησης, προσθέτοντας πως σε καμιά περίπτωση δεν έπρεπε να δοθεί χωρίς διαταγή μου. Έχοντας για σωματοφύλακα έναν αντάρτη που δεν ήξερε ούτε λέξη αγγλικά, διέσχισα έρποντας τοις 100 γυάρδες που χώριζαν το παρατηρητήριό μας από το μέρος όπου, από τους πυροβολισμούς, καταλάβαινα ότι βρίσκονταν οι άντρες του Κομνηνού.
Πλησίασα, σκαρφαλώνοντας, τον αρχηγό μιας από τις ομάδες, αλλά δεν μιλούσε αγγλικά. Δεν μπόρεσα να βρω τον Κομνηνό. Είπα, με χειρονομίες στον αρχηγό της ομάδας να προωθήσει τους άντρες του, αλλά δεν έκανε τίποτε. Το πυρ του εχθρού δεν ήταν πια ισχυρό και κατάλαβα πως η αντίστασή του είχε αρχίσει να κάμπτεται.
Μερικά λεπτά αργότερα, ο οξύς ήχος μιας σφυρίχτρας σκέπασε το θόρυβο της μάχης. Ήταν το σύνθημα του Τομ Μπάρνες, που τη στιγμή εκείνη άναβε το φιτίλι Μπίκφορντ, και μας καλούσε να προφυλαχτούμε. Καθώς πέφταμε μπρούμυτα, τα πυρά μας σταμάτησαν και, σχεδόν αμέσως, σταμάτησαν και του εχθρού. Δυο λεπτά αργότερα, μια δαιμονισμένη έκρηξη ακούστηκε. Είδα μια απ’ τις ατσάλινες καμάρες, 70 πόδια μήκος, να σηκώνεται στον αέρα και –ω τι χαρά!- να συντρίβεται στο βάθος του φαραγγιού μ’ έναν τρομαχτικό θόρυβο ατσαλιού που σπάζει και κομματιάζεται.
Κατάφερα επιτέλους να πείσω τους αντάρτες που βρίσκονταν γύρω μου, να επιτεθούν μέσα στο σκοτάδι και να ριχτούν στους λίγους Ιταλούς που δεν το είχαν ακόμα σκάσει. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, κάποιος πίσω μου έριξε τη λευκή φωτοβολίδα. Δεν είχαμε ακόμα εκπληρώσει παρά το μισό από την αποστολή μας και η ιταλική φρουρά είχε ήδη υποταχθεί.
Άνοιξα δρόμο ανάμεσα στα συρματοπλέγματα και τα ψηλά χόρτα μέχρι το ποτάμι, σκοπεύοντας να το διασχίσω για να συναντήσω τον Τομ Μπάρνες. Βρέθηκα όμως μπροστά σ’ έναν ορμητικό χείμαρρο που, με την πρώτη μου απόπειρα να τον περάσω, χωρίς σχοινί και με μοναδικό βοηθό έναν σωματοφύλακα, βούλιαξα μέσα του ολόκληρος. Γύρισα πίσω όσο πιο γρήγορα μπορούσα κι αποφάσισα να σκαρφαλώσω στη γέφυρα. Τα κατάφερα και προχώρησα πάνω της μέχρι το σημείο που είχε καταστραφεί από την έκρηξη.
Έβλεπα καθαρά κάτω από τα πόδια μου τα δύο τόξα, μισογκρεμισμένα στο βάθος του φαραγγιού, μετά την ανατίναξη του ενός από τα ατσάλινα βάθρα. Σαράντα πόδια κάτω μου μούγκριζε το ποτάμι και σκέπαζε τη φωνή μου, παρόλο που φώναζα μ’ όλη μου τη δύναμη. Τελικά μ’ άκουσε ο Ντένις Χάμσον. Με πληροφόρησε ότι τους χρειάζονταν ακόμη σαράντα λεπτά για να γκρεμίσουν και το άλλο βάθρο, ένα τόξο που ήταν ακόμη όρθιο, κι ύστερα να γκρεμίσουν τα δύο τόξα που ήταν ήδη μισοκρεμασμένα πάνω απ’ το φαράγγι.
Τη στιγμή εκείνη, ακούστηκε μια ισχυρή έκρηξη από το βορρά, που συνοδεύτηκε από πυκνά πυρά αυτομάτων. Εχθρικές ενισχύσεις έφταναν με το τραίνο από τη Λαμία. Το μόνο που μπορούσα να ελπίζω ήταν ότι το απόσπασμα του Θέμη θα έκανε σωστά τη δουλειά του. Φώναξα σωστά στον Ντένις ότι έπρεπε να βιαστούν όσο μπορούσαν, γιατί δεν είχαμε αρκετά πολεμοφόδια για να συγκρατήσουμε πολλή ώρα τις εχθρικές ενισχύσεις.
Μερικά λεπτά αργότερα, άκουσα τον Κρις να με φωνάζει από την κορυφή του λόφου:
– Ο Ζέρβας λέει πως δεν μπορεί να σας δώσει παρά δέκα λεπτά ακόμη. Μετά πρέπει να δώσει το σύνθημα της αποχώρησης.
– Μην επιτρέψετε σε καμιά περίπτωση να δοθεί, του φώναξα, πριν ακούσετε τη δεύτερη έκρηξη από τη γέφυρα. Χρειάζονται ακόμη τουλάχιστον είκοσι λεπτά.
– Ολ ράιτ! μου φώναξε ο Κρις. Θα κάνω ότι μπορώ. Αλλά, για όνομα του Θεού, μην κάνετε παραπάνω από είκοσι λεπτά.
Ξαναγύρισα κοντά στο τμήμα της γέφυρας που κρεμόταν και πληροφόρησα τον Ντένις γι’ αυτά που μου είχαν πει. Του ζήτησα να κάνει όσο πιο γρήγορα μπορούσε.
Μερικά λεπτά αργότερα, ακούστηκε πάλι το σφύριγμα του Τομ. Ένοιωσα ένα αίσθημα ανακούφισης. Από το βορρά τα εχθρικά πυρά πλησίαζαν και ήξερα πως ήταν παρακινδυνευμένο να ελπίζω πως θα ‘χαμε τη δύναμη να κρατήσουμε περισσότερο. Ξαναγύρισα στην άκρη της γέφυρας και καλύφθηκα. Ακούστηκε μια καινούρια τρομακτική έκρηξη. Όπως το περίμενα, δεν έπεσε άλλο τόξο, αλλά είδα καθαρά τα δύο, που ήταν ήδη μισογκρεμισμένα, να σηκώνονται στον αέρα και να ξαναπέφτουν βαριά. Ένα δευτερόλεπτο αργότερα, το σύνθημα της αποχώρησης έλαμψε μέσα στη νύχτα».
Οι αντάρτες δεν αφήνουν στο πεδίο της μάχης ούτε έναν άντρα. Παίρνουν μαζί τους τρεις ελαφρά τραυματισμένους. Το φρέσκο χιόνι που πέφτει ασταμάτητα, σκεπάζει πίσω τ’ αχνάρια τους.
Το πολεμικό ανακοινωθέν της Ανώτατης Διοίκησης της Βέρμαχτ, στις 27 Νοέμβρη 1942, αναφέρει: «Την νύκταν της 25ης προς 26ην Νοεμβρίου, συμμορία 200 ανδρών ανετίναξε την γέφυρα του Γοργοποτάμου, νοτίως του Λιανοκλαδίου. Η σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης – Αθηνών διεκόπη, κατά πάσαν πιθανότητα τουλάχιστον διά μίαν εβδομάδα».
Η Ανώτατη Διοίκηση βαυκαλίζεται με αυταπάτες. Στην πραγματικότητα, η επισκευή της γέφυρας δεν θα περατωθεί οριστικά παρά στα τέλη του Φλεβάρη 1943. Επί τρεις μήνες, μια ζωτικής σημασίας για τον Ρόμμελ γραμμή ανεφοδιασμού, θα παραμένει κομμένη. Την επομένη της επιχείρησης, ο Μάγερς μοιράζει τους συνηθισμένους επαίνους και αμοιβές και φτάνει στο σημείο να σφίξει το χέρι του τρομερού Καραλίβανου.
Για να ευχαριστήσει τον ΕΛΑΣ για τις «γενναίες υπηρεσίες» του, παραδίνει στον αρχηγό του 250 χρυσές λίρες. Ο Άρης τις δέχεται ασάλευτος. Αλλά όταν σε συνέχεια ο Μάγερς εκδηλώνει την πρόθεσή του να τον προτείνει για ανώτερη στρατιωτική διάκριση, ο Άρης, παγερός, τον αναμετρά με μισόκλειστα μάτια και του απαντάει πως θεωρεί πιο χρήσιμο να του δώσουν «μπότες για τους αντάρτες του».
Ο Ντένις Χάμσον, που συμμετείχε στην αποστολή, γράφει στις Αναμνήσεις του: «Ο οπολισμός τους προκαλούσε κατάπληξη, τα απερίγραπτα ρούχα τους ήταν στο μεγαλύτερο μέρος τους κουρελιασμένα, πολλοί βάδιζαν κυριολεκτικά ξυπόλυτοι, πράγμα ιδιαίτερα σκληρό με τον καιρό που έκανε. Οι δικές μας μπότες ήταν μουσκεμένες απ’ το χιόνι και τα πόδια μας βρεγμένα και παγωμένα, αλλά τουλάχιστον είχαμε μπότες. Τα τουφέκια τους άρχιζαν από γκράδες, όπλα ηλικίας εξήντα χρόνων που έριχναν παμπάλαιες αλλά φονικές σφαίρες, περνούσαν από τα μαρτίνια και τα μάουζερ όλων των τύπων και διαμετρημάτων, και έφταναν μέχρι το ελληνικό μάλινχερ. Ένας – δύο είχαν από τα δικά μας Λη – Ένφιλντ. Οι άντρες του Ζέρβα, που ανήκαν στον ΕΔΕΣ, ήταν λίγο μεγαλύτεροι σε ηλικία (τουλάχιστον δεν ήταν νεαρά παιδιά) και ήταν καλύτερα, αν όχι πολύ καλύτερα, εξοπλισμένοι. Μας φέρονταν πολύ φιλικά και οι αξιωματικοί τους έμοιαζαν αξιόλογοι άνθρωποι».
Μερικές μέρες αργότερα το BBC κάνει ένα διθυραμβικό απολογισμό του σαμποτάζ στον Γοργοπόταμο. Είναι η αποθέωση του ΕΔΕΣ και του στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα. Ούτε λέξη για τον ΕΛΑΣ και τον αρχηγό του Άρη Βελουχιώτη. Οι Άγγλοι έχουν διαλέξει. Στη χώρα του Ομήρου, η παράδοση δεν τρέφεται από τις εκπομπές του BBC. Οι εφημερίδες των Αθηνών, τα τραγούδια και η προφορική διάδοση των κατορθωμάτων του Άρη, θα του αποδώσουν με το παραπάνω το μεράδι της δόξας του στην επιχείρηση του Γοργοποτάμου…»