ΣτΕ: Συνταγματικός ο γάμος ομόφυλων ζευγαριών – Aπέρριψε την αίτηση ακύρωσης

Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε συνταγματικό το νόμο 5089/2024 με τον οποίο θεσπίστηκε για πρώτη φορά η δυνατότητα σύναψης γάμου για πρόσωπα του ίδιου φύλου, απορρίπτοντας έτσι την αίτηση ακύρωσης τριών σωματείων.
Το ζήτημα του γάμου ομόφυλων ζευγαριών απασχόλησε την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έπειτα από αίτηση ακύρωσης τριών σωματείων κατά του νόμου 5089/2024 με τον οποίο θεσπίστηκε για πρώτη φορά η δυνατότητα σύναψης γάμου για πρόσωπα του ίδιου φύλου.
Οι προσφεύγοντες υποστήριξαν πως με τον επίμαχο νόμο τροποποιείται πλήρως ο θεσμός της οικογένειας. “Δεν μπορεί να εννοεί άλλου είδους οικογένεια από εκείνη που όρισε από αιώνες η φυσιολογία του ανθρώπινου σώματος, το οποίο αναπαράγεται και πολλαπλασιάζεται μόνο με την ένωση ανδρός και γυναικός και ποτέ με την ένωση ανθρώπων ιδίου φύλου” σημείωσαν οι δικηγόροι των σωματείων.
Μάλιστα, στάθηκαν κατά του δικαιώματος τεκνοθεσίας λέγοντας πως “η υιοθεσία παιδιών από ομόφυλα έγγαμα ζευγάρια στερεί από τα παιδιά αυτά το δικαίωμα να ανατρέφονται σε οικογένεια με μητέρα και πατέρα, θέτοντας αυτά σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με τα παιδιά που μεγαλώνουν με ετερόφυλους γονείς”.
Υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης έκανε την πρώτη παρέμβασή της η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) χαρακτηρίζοντας την προσφυγή αβάσιμη και απαράδεκτη. “Η ρύθμιση εγγυάται την αναγνώριση σχέσης παιδιού και μη βιολογικού γονέα. Το σύμφωνο συμβίωσης αφήνει αρρύθμιστη τη σχέση με το παιδί. Η θεσμοθέτηση του πολιτικού γάμου και η θεσμοθέτηση σχέσης μεταξύ των γονέων και των τέκνων του συμβάλλει στην προστασία στην ανθρώπινης ζωής και στην προστασία του θεσμού της οικογένειας”.
Το Δημόσιο υπεραμύνθηκε της ρύθμισης εξηγώντας πως με αυτόν τον τρόπο υλοποιούνται οι συνταγματικές επιταγές της ισότητας και του απαραβίαστου της ιδιωτικής ζωής του ατόμου. “Είναι σύμφωνη με τη νομολογία του ΔΕΕ και δεν παρεμβαίνει στα ζητήματα της ανατολικής ορθόδοξης εκκλησίας. Αποβλέπει και αποσκοπεί στην προστασία των παιδιών που αναγνωριζόταν ως παιδιά του ενός μέλους της οικογένειας”.