Η επίδραση της καφεΐνης στα άτομα με σχιζοφρένεια
Η καφεΐνη είναι μια νόμιμη ψυχοδραστική ουσία η οποία βρίσκεται σε διάφορα ποτά , όπως στον καφέ, το τσάι, τα αναψυκτικά τύπου κόλα καθώς και σε ενεργειακά ποτά. Ενίοτε συναντάται ως έκδοχο σε φάρμακα ή συμπληρώματα διατροφής ή ακόμα και σε τρόφιμα, όπως είναι η σοκολάτα.
Αποτελεί το πιο δημοφιλές διεγερτικό στον κόσμο και μάλιστα την τελευταία δεκαετία, εμφανίστηκε αύξηση στην πρόσληψη καφεΐνης σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτή η δημοτικότητα του καφέ μπορεί να αποδοθεί στις γευστικές του ιδιότητες, τα διεγερτικά του αποτελέσματα (μειωμένο αίσθημα κόπωσης/εγρήγορση) την πολιτιστική του σημασία σε πολλές χώρες, και φυσικά στην απόλαυση που προσφέρει στον καταναλωτή. Το 99% της καφεΐνης απορροφάται από το γαστρεντερικό σύστημα και περνάει στην κυκλοφορία του αίματος, όπου επιδρά κυρίως στο καρδιαγγειακό και κεντρικό νευρικό σύστημα, προκαλώντας διέγερση (Bodur et al, 2024).
Η καφεΐνη έχει κάποιες θετικές και κάποιες αρνητικές επιπτώσεις στον οργανισμό. Τα οφέλη που αναφέρονται από τη μέτρια πρόσληψη καφεΐνης (<400mg/μέρα) είναι η προστατευτική δράση απέναντι στον διαβήτη τύπου 2, η πρόληψη άνοιας και ενίοτε η αναλγητική επίδραση (σε σχήματα κυρίως που αφορούν στη διαχείριση ημικρανιών/ κεφαλαλγιών). Χρήσιμη επίσης μπορεί να φανεί στην ενίσχυση της συγκέντρωσης καθώς και στη βελτίωση των αθλητικών επιδόσεων.
Από την άλλη πλευρά, η καφεΐνη ακόμα και σε κανονικές δόσεις επηρεάζει αρνητικά τον οργανισμό. Συγκεκριμένα μπορεί να καταστείλει τη δράση της αδενοσίνης. Η αδενοσίνη είναι μια χημική ουσία του κεντρικού νευρικού συστήματος η οποία συμμετέχει στη ρύθμιση του ύπνου και ουσιαστικά δίνει το μήνυμα της νύστας στο άτομο. Από τη στιγμή που ένα άτομο ξυπνάει, τα επίπεδα της αδενοσίνης σταδιακά αυξάνονται και όσο περνούν οι ώρες και πλησιάζει το βράδυ, προωθείται το αίσθημα της υπνηλίας. Κατά τη διάρκεια του ύπνου, τα επίπεδα της αδενοσίνης μειώνονται. Η καφεΐνη εμποδίζει τους υποδοχείς της αδενοσίνης στον εγκέφαλο να ενωθούν με αυτή, χωρίς όμως να διακόπτεται και η παραγωγή της. Αυτό ουσιαστικά εξηγεί το ιδιαίτερο φαινόμενο το οποίο εκφράζεται με ένα εντελώς ξαφνικό αίσθημα εξάντλησης και έντονης υπνηλίας όταν η επίδραση της καφεΐνης εξασθενήσει, καθώς η συσσωρευμένη αδενοσίνη τότε ξεμπλοκάρεται και ενώνεται μαζικά με τους υποδοχείς της.
Η κατάχρηση και ο εθισμός στην καφεΐνη αυξάνονται όλο και περισσότερο στον γενικό πληθυσμό. Υπογραμμίζεται ότι η υπερβολική κατανάλωση καφεΐνης μπορεί να σχετίζεται με ψυχολογικές και οργανικές βλάβες. Οι πιθανές οργανικές βλάβες από την υπερκατανάλωση καφεΐνης περιλαμβάνουν την οξεία τοξικότητα, την καρδιαγγειακή τοξικότητα, τη μείωση της απορρόφησης ασβεστίου, όπως επίσης και την υπογονιμότητα. Κάποια συμπτώματα ψυχιατρικής φύσης αποτελούν το χρόνιο άγχος, η κατάθλιψη, οι κρίσεις πανικού , καθώς και η ψύχωση. Αναφέρονται όμως κι άλλα συμπτώματα που εμφανίζονται συχνότερα, όπως το στρες, η κεφαλαλγία, η αϋπνία, το αίσθημα εξάρτησης, το έντονο αίσθημα παλμών και η ταχυκαρδία (Arrojo et al, 2015).
Όσον αφορά στα άτομα που διαμένουν σε δομές ψυχικής υγείας και πάσχουν από σχιζοφρένεια, η καφεΐνη κατέχει σπουδαίο ρόλο στη ζωή τους. Η πραγματικότητα είναι πως καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες καφεΐνης αν και είναι ευρέως γνωστό ότι χρήση καφεΐνης πάνω από 500 mg/μέρα (4-7 φλυτζάνια) έχει ισχυρή συσχέτιση με την έξαρση συμπτωμάτων ψυχικής ασθένειας (Thomson et al, 2014). Οι ασθενείς με σχιζοφρένεια που διαμένουν στην κοινότητα καταναλώνουν σημαντικά περισσότερη καφεΐνη (και νικοτίνη) σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό . Ένας μέσος όρος ημερήσιας πρόσληψης καφεΐνης μεταξύ των ατόμων με σχιζοφρένεια είναι 400-471 mg (Strassning et al, 2006).
Σε έρευνες που έχουν διεξαχθεί, πολλοί ασθενείς αναγνωρίζουν την κατανάλωση καφέ ως μία δραστηριότητα με μεγάλη σημασία, πάνω στην οποία έφτιαχναν το πρόγραμμά τους Το μεγαλύτερο κίνητρο για την κατανάλωση καφέ αποτελεί σαφώς η διέγερση που προκαλεί, ωστόσο για πολλά άτομα υπάρχει απλώς “έντονη επιθυμία” (cravings). Το σχήμα που δημιουργεί κάθε ασθενής, δηλαδή το πόσο συχνά και τι ποσότητα καφέ θα καταναλώσει μέσα στη μέρα, συνήθως βασίζεται στις προηγούμενες εμπειρίες του (Thomson et al, 2014). Επομένως αν κάποιος είχε τη διέγερση που επιθυμούσε με μια συγκεκριμένη ποσότητα καφέ προσπαθεί να το επαναλάβει την επόμενη μέρα. Φαίνεται δηλαδή πως ο τρόπος που πίνουν καφέ δεν είναι τυχαίος. Επιπλέον, οι ενώσεις του καπνού του τσιγάρου διεγείρουν τον μεταβολισμό της καφεΐνης, γεγονός που εξηγεί γιατί οι φανατικοί καπνιστές χρειάζονται δύο με τρεις φορές υψηλότερη πρόσληψη καφεΐνης προκειμένου να λάβουν την ίδια συγκέντρωση καφεΐνης στον ορό του αίματος συγκριτικά με τους μη καπνιστές.
Οι ασθενείς με σχιζοφρένεια αντιμετωπίζουν διάφορες προκλήσεις αναφορικά με την πρόσληψη υγρών. Η υπερβολική πρόσληψη υγρών (ψυχογενής πολυδιψία), άρα και καφέ ή αντιθέτως η δυσκολία στην συστηματική και επαρκή ενυδάτωση συνεπάγεται αφυδάτωση, διαταραχή ηλεκτρολυτών ακόμα και απειλητικές για τη ζωή αρρυθμίες. Επίσης η έρευνα των Strassning, Brar και Ganjuli (2006) υποδεικνύει σχέση μεταξύ της χρόνιας κατανάλωσης καφέ και παρενεργειών κάποιων ψυχιατρικών φαρμάκων. Συγκεκριμένα έχει αποδειχτεί πως η καφεΐνη αναστέλλει την απομάκρυνση της κλοζαπίνης από τον οργανισμό (Hägg et al, 2000).
Τα άτομα που εργάζονται με ασθενείς που πάσχουν από σχιζοφρένεια, είναι σκόπιμο να είναι σε εγρήγορση σχετικά με τα πρώιμα συμπτώματα της υπερβολικής κατανάλωσης καφέ (αφυδάτωση/ ανησυχία κτλ.). Ειδικά αφού είναι πολύ πιο δύσκολο να περιοριστούν άλλοι παράγοντες που οδηγούν σε αφυδάτωση όπως είναι η πολυφαρμακία ή το κάπνισμα. Τέλος, πολλοί ερευνητές έχουν συστήσει να αντικατασταθεί ο κανονικός καφές και στη θέση του να μπει καφές χωρίς καφεΐνη, καθώς φαίνεται πως δρα ευεργετικά για τους ασθενείς.
- Arrojo-Romero, M., Armas Barbazán, C., López-Moriñigo, J. D., Ramos-Ríos, R., Gurpegui, M., Martínez-Ortega, J. M., Jurado, D., Diaz, F. J., & de Leon, J. (2015). Caffeine consumption in a long-term psychiatric hospital: Tobacco smoking may explain in large part the apparent association between schizophrenia and caffeine use. Schizophrenia research, 164(1-3), 234–241.
- Bodur, M., Kaya, S., Ilhan-Esgin, M., Çakiroğlu, F. P., & Özçelik, A. Ö. (2024). The caffeine dilemma: unraveling the intricate relationship between caffeine use disorder, caffeine withdrawal symptoms and mental well-being in adults. Public health nutrition, 27(1), e57.
- Hägg, S., Spigset, O., Mjörndal, T., & Dahlqvist, R. (2000). Effect of caffeine on clozapine pharmacokinetics in healthy volunteers. British journal of clinical pharmacology, 49(1), 59–63.
- Strassnig, M., Brar, J. S., & Ganguli, R. (2006). Increased caffeine and nicotine consumption in community-dwelling patients with schizophrenia. Schizophrenia research, 86(1-3), 269–275.
- Thompson, L., Pennay, A., Zimmermann, A., Merrilee, C., Lubman, D. (2014).“Clozapine makes me quite drowsy, so when I wake up in the morning those first cups of coffee are really handy”: an exploratory qualitative study of excessive caffeine consumption among individuals with schizophrenia. BMC Psychiatry 14, 116
Χριστίνα Βασιλειάδου Π.Ε. Νοσηλεύτρια
Συνεργάτης Δομής Φθιώτιδας
Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής Π. Σακελλαρόπουλος