Ο λόγος της Χριστιανικής Εκκλησίας για την ψυχική ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα (Resilience)
Η ζωή του ανθρώπου χαρακτηρίζεται συχνά από δύο καταστάσεις: από τη (ακούσια) μοναξιά και την (έντονη) πλήξη.
Μια από τις καλύτερες προτεινόμενες θεραπευτικές λύσεις για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου, είναι η χριστιανική διδασκαλία, η ορθόδοξη χριστιανική θεωρία και πράξη, που παρέχει κλειδιά και διεξόδους, για μια αποτελεσματική ψυχική ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα (Resilience) και κυρίως διαθέτει τον δικό της τρόπο (modus vivendi) για μια ψυχικά υγιή και ενδιαφέρουσα ζωή.
Για τον λόγο αυτό, η Αγία Γραφή «παραγγέλλει» σε όλους τους θεολόγους να «κηρύττουν τη συμπεριφορά, που συνάδει με το «υγιές δόγμα» και την «υγιή διδασκαλία».
Όλοι αυτοί οι πιο πάνω όροι, μάς οδηγούν να συνειδητοποιήσουμε, ότι μιλώντας για την χριστιανική πίστη, μιλάμε παράλληλα για μία «μη τοξική πίστη», καθώς η πίστη αυτή περνά μέσα από μια ανθρωπιστική ελευθερία μπολιασμένη, «εγκεντρισμένη», με το προσωπικό αυτεξούσιο, και την οποία ονομάζουμε «ελευθερία εν Χριστώ».
Αυτή η «Μη Τοξική Πίστη» (Non Toxic Faith) βεβαιώνει, ότι ο Θεός «επιθυμεί όλοι να σωθούν και να λάβουν πλήρη και καθαρή γνώση τής αλήθειας» (Α΄ Τιμόθεον 2,4. Βλ. και Αποκάλυψη 7,9).
Για να γίνει αυτό πραγματικότητα, η ορθόδοξη χριστιανική πίστη παρέχει ορισμένα μέσα υψηλής ποιότητας και αποτελεσματικότητας, ή ακόμα καλύτερα, έναν πλήρη εξοπλισμό σωτηρίας.
Το κεντρικό, το «μυστικό» κλειδί είναι να σταματήσει κανείς να φοβάται. Μάλιστα, στην Αγία Γραφή θα συναντήσουμε περισσότερο από 500 φορές φράσεις όπως: «μη φοβάσαι», «μην έχεις φόβο» και άλλα παρόμοια. Ο άνθρωπος πρέπει να πάψει να φοβάται, κυρίως, τον θάνατο, με την έννοια τού να μη … ζει τη ζωή του στην ολότητά της και στο ύψος της, να μην απολαμβάνει την θεϊκή της αποστολή, ψυχικά, πνευματικά, σωματικά, γιατί κάποια στιγμή θα … πεθάνει, δηλαδή το γνωστό «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνήσκομεν» (Α΄ Κορινθίους 15,32).
Σημειώνουμε, πως βασική αποστολή τής Ποιμαντικής, της Συμβουλευτικής, της Θεραπευτικής Χριστιανικής Θεολογίας είναι να αναδείξει την ύπαρξη και την αποτελεσματικότητα των εκκλησιαστικών και πνευματικών μεθόδων, μεθοδολογιών και μέσων ώστε να βιώνει κανείς συνολικά αυτήν την «μη τοξική πίστη», να έχει εμπειρία αυτού του τρόπου της «εν Χριστώ ζωής».
Στο πλαίσιο αυτό αναδεικνύεται το τέλειο αντίδοτο κατά της φοβίας, που είναι η βαθιά, ενσυνείδητη, λυτρωτική προσευχή, η οποία προέρχεται από την απόλυτη πίστη στον Θεό. Η τέλεια προσευχή εμπεριέχει την ολοκληρωτική εμπιστοσύνη στον Θεό. Δεν αρνείται τον θάνατο, δεν τον ξεχνάει, δεν τον «ξορκίζει». Αλλά, ταυτίζεται, αγαπά, πορεύεται προς τον Νικητή, τον «Εξολοθρευτή», του θανάτου, δέχεται τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό.
Αν θέλουμε να δώσουμε ένα πιο συγκεκριμένο παράδειγμα, έχουμε σε «πρώτη ζήτηση» την προσευχή του Κυρίου, το «Πάτερ ημών» (Ματθ. 6,9-13):
(1) Πατέρα μας που είσαι στους ουρανούς.
(2) Ας είναι αγιασμένο από όλους το όνομά σου.
(3) Ας έρθει η βασιλεία σου· ας γίνει το θέλημά σου και από τους ανθρώπους, όπως γίνεται από τις ουράνιες δυνάμεις.
(4) Δώσε μας σήμερα τον απαραίτητο για τη ζωή μας άρτο.
(5) Και χάρισέ μας τα χρέη των αμαρτιών μας,
(6) όπως κι εμείς τα χαρίζουμε στους δικούς μας οφειλέτες.
(7) Και μη μας αφήσεις να πέσουμε σε πειρασμό,
(8) αλλά γλίτωσέ μας από τον Πονηρό.
(…) Αμήν.
Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι μέσα από αυτήν την προσευχή, έρχονται στο φως περαιτέρω αντίδοτα στην καθημερινή τοξική ανθρώπινη ζωή. Μία αντιστοίχιση των ανωτέρω προσευχητικών αιτημάτων μπορεί να είναι σε θεραπευτικό επίπεδο η εξής:
(1) Επικοινωνία με τον Θεό-Πατέρα και όχι με όσους δεν επιθυμούν μαζί μας επικοινωνία.
(2) Εμπειρία εορτασμών (Δοξολογία).
(3) Ύπαρξη Παραδείσου – Καλλιέργεια Κοινωνίας.
(4) Πλήρη εμπιστοσύνη ακόμα και για τα βασικά τα προς το ζην.
(5) Ιερά Μυστήρια.
(6) Συγχώρεση.
(7) Αντιμετώπιση των δυσκολιών (της ασθένειας).
(8) Πανοπλία Σωτηρίας.
(…) Προσευχή & ανάλογες πράξεις.
Οι όποιες δυσκολίες, για να γίνει πράξη η πρόταση ζωής της Εκκλησίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μπορούν να υπερκεραστούν, να ξεπεραστούν μέσα από την πραγματική, καθαρή, άδολη, συνειδητή αγάπη για τον Θεό, τον πλησίον, τη φύση, αλλά και υγιή αγάπη για τον ίδιο τον εαυτό μας, για το «είναι» μας.
Σχετίζεται με αυτό, ο λεγόμενος «Χρυσός Κανόνας»: « Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να τους συμπεριφέρεσθε κι εσείς» (Λουκ. 6,31). Δεν αποτελεί αμαρτία και προφανώς δεν αποτελεί κακή πρακτική να αγαπάμε τον εαυτό μας, για αυτό άλλωστε θέλουμε και να τον σώσουμε, με την προϋπόθεση βέβαια, να κρατάμε μακριά τον εγωισμό, την φιλαυτία, τον ατομικισμό, την αυτοθέωσή μας, που διαφθείρουν την ψυχή, αλλά και το σώμα μας.
Κι αυτό έχει την χρησιμότητά του, καθώς είναι αδύνατο να αγαπήσουμε το περιβάλλον μας (συγγενείς, συνεργάτες, οικογένειες, γνωστούς και άγνωστους ανθρώπους, τον κόσμο ολόκληρο), αν μισούμε τον εαυτό μας, την ύπαρξή μας. Ας το σκεφτούμε αυτό, ως μία ουσιαστική και βασική αρχή: αγάπη και σεβασμός στον εαυτό μας! Να μην γινόμαστε τοξικοί για τον εαυτό μας. Να μην τον ωθούμε να κάνει πράγματα, για τα οποία μετά από μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα, θα μετανιώνει πικρά.
Αυτά τα συναισθήματα είναι τόσο σχετικά με την αναφορά της Αγίας Γραφής: «Δεν γνωρίζετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος, που κατοικεί μέσα σας, και το έχετε λάβει από τον Θεόν και άρα δεν ανήκετε στον εαυτόν σας;» (Α΄ Κορινθίους 6,19). Αυτό είναι μια ένδειξη ότι το ανθρώπινο είδος έχει δημιουργηθεί για αυτό που λέμε με ενθουσιασμό, για την … «μεγάλη ζωή». Αυτό στη γλώσσα της χριστιανικής πίστης ερμηνεύεται, ως μια παντοτινή ζωή στον Παράδεισο, σε κοινωνία και επικοινωνία με τον ίδιο τον Δημιουργό Θεό. Και αυτό είναι που καταργεί τον φόβο του θανάτου.
Μπορεί κάποιος να σκεφτεί: Από τη μία πλευρά, έχουμε προικιστεί με ελεύθερη βούληση και παράλληλα από την άλλη πλευρά, σκεφτόμαστε να ακολουθήσουμε το θέλημα του Θεού, να αφεθούμε στην πρόνοιά Του, για το τι πρέπει να κάνουμε και τι όχι. Πώς μπορεί όμως να γίνει αυτό στην πραγματική ζωή;
Υπάρχει μια εξαιρετική αγιογραφική πρόταση: «Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει. Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα οἰκοδομεῖ» (Α΄ Κορινθ. 10, 23). Δηλαδή, «τα πάντα έχω το δικαίωμα να τα πράττω, αλλά δεν είναι συμφέρον και ωφέλιμο για μένα να τα πράττω όλα. Τα πάντα έχω το δικαίωμα να τα κάνω, αλλά δεν οικοδομούν όλα στο έργο της σωτηρίας μου»!!! Και εδώ πρέπει να εστιάσουμε, για να μην βασανιζόμαστε συνεχώς από ενοχές και φόβους και δεισιδαιμονίες.
Ακόμα και η σκέψη για το τι θα γίνει, εάν στην πορεία «ξεφύγουμε» από το θέλημα του Θεού, αν «πέσουμε» σε κάποια «αμαρτία», έχει την διέξοδό της, διαθέτει τη λύση της: είναι η Θεολογία του «ανισταμένου ανθρώπου»! Βεβαιότητα και πίστη τής Εκκλησίας, αποτελεί ο συλλογισμός, ότι ο κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα και τη δύναμη να επιστρέφει στο Θεό. Να «πέφτει» και να «σηκώνεται». Αρκεί η στιγμή του θανάτου να τον βρει όρθιο, να τον βρει «αναστημένο».
Συνολικά και συμπερασματικά, διαπιστώνουμε πως η χριστιανική πίστη δεν είναι απλώς μία «μη τοξική πίστη», αλλά μία ακόμα πιο ωφέλιμη, μία «αντιτοξική πίστη», αντίδοτο στο φόβο και τη θλίψη, που δείχνει έναν ανθρώπινο και υγιή τρόπο ζωής και παρέχει την στήριξη και τα νοήματα και τις αρχές εκείνες, που βοηθούν τον άνθρωπο να ξεπεράσει την απομόνωση και να υπερβεί τον φόβο του θανάτου.
Τριαντάφυλλου Κ. Μπολτέτσου Δρ. Θεολογίας,
Μεταδιδακτορικού Ερευνητή Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ (Ιστορίας της Ιατρικής)