Αντισυνταγματικότητας συνέχεια : μία ακόμη πληγή στη σύγχρονη τοπική δημοκρατία
Για πολλούς, όταν δημοσιεύεται μία απόφαση ενός Ανωτάτου Δικαστηρίου, με την οποία κρίνεται ως ανίσχυρη λόγω αντισυνταγματικότητας, είτε μία διάταξη, είτε μία δέσμη διατάξεων Νόμου, αποτελεί μία ακόμη αφετηρία για πολιτικές διαμάχες, ιδίως όταν η προεκλογική περίοδος είναι «προ των πυλών».
Πολλές οι ερμηνείες, από πολλούς «σχετικούς» και από άλλους τόσους «ειδικούς».
Ήδη σε προηγούμενη ανάρτησή μου είχα τονίσει την πολύ μεγάλη πιθανότητα που υπήρχε, να κριθούν ως αντισυνταγματικές οι διατάξεις των Ν. 4623 και 4625/2019 και το είχα διατυπώσει και στα συγγράμματά μου.
Και τούτο διότι δεν είναι δυνατό «εκ των υστέρων» να παρεμβαίνεις στην πραγματική λαϊκή βούληση, όπως εκφράστηκε στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές, και να μετατρέπεις (να μην πω «αλλοιώνεις») την σύνθεση δύο πολύ σημαντικών συλλογικών οργάνων, όπως η Οικονομική Επιτροπή και η Επιτροπή Ποιότητας Ζωής (για τους Δήμους) και η Οικονομική Επιτροπή (για τις Περιφέρειες).
Δεν μπορείς να παρεμβαίνεις «εκ των υστέρων» και να νομοθετείς προς την αντίθετη κατεύθυνση, από εκείνη την οποία σου «υπέδειξε» το Εκλογικό Σώμα δια της ψήφου του, και να τροποποιείς τη σύνθεση δίνοντας την πλειοψηφία των 3/5 των μελών των ανωτέρω Επιτροπών στον επιτυχόντα συνδυασμό.
Οφείλεις να σεβαστείς τη λαϊκή βούληση, σύμφωνα με τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Αυτό, είτε σου αρέσει ο «Κλεισθένης» (τον οποίο εφαρμόζει το πολιτικό μας σύστημα ακόμη και τώρα σε αρκετές διατάξεις του), είτε δεν σου αρέσει.
Μάλιστα στα συγγράμματά μου, με αρκετά αυστηρό ύφος είχα ασκήσει έντονη κριτική, διαφωνώντας πλήρως με τις ανωτέρω νομοθετικές ρυθμίσεις, έχοντας λάβει υπόψη και τις παρατηρήσεις που είχε διατυπώσει επί των ανωτέρω Νομοσχεδίων (και πριν καν ψηφιστούν) η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, επιφυλασσόμενη για την συνταγματικότητα των ανωτέρω ρυθμίσεων.
Ιδίως όταν, όχι μόνο αλλάζεις ριζικά την σύνθεση των ανωτέρω Επιτροπών, αλλά (κατά την άποψή μου, ακόμη χειρότερα) όταν μεταβιβάζεις στις Επιτροπές αυτές (ιδίως στην Οικονομική Επιτροπή) αρμοδιότητες του ανωτάτου αποφασιστικού συλλογικού (και άμεσα λαϊκά νομιμοποιημένου) οργάνου διοίκησης των Δήμων και των Περιφερειών (ήτοι του Δημοτικού Συμβουλίου και του Περιφερειακού Συμβουλίου, αντίστοιχα).
Τώρα τι συμβαίνει.
Για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους (και με βάση την ανακοίνωση του ΣτΕ, και χωρίς να έχουμε ακόμη στη διάθεσή μας το πλήρες κείμενο της αποφάσεως
Με την υπ’ αριθμ. 2377/2022 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (Πρόεδρος: Δ. Σκαλτσούνης, Πρόεδρος ΣτΕ και Εισηγητής: Β. Ανδρουλάκης, Σύμβουλος Επικρατείας) κρίθηκε ότι «οι διατάξεις των ν. 4623/2019 και 4625/2019 με τις οποίες θεσπίσθηκαν αλλαγές στον τρόπο συγκροτήσεως της οικονομικής επιτροπής και της επιτροπής ποιότητας ζωής των δήμων, καθώς και των διοικητικών συμβουλίων δημοτικών νομικών προσώπων (Δ.Ε.Υ.Α. κ.λπ.), προκειμένου στα όργανα αυτά να υπάρχει πλειοψηφία της παρατάξεως του δημάρχου, α) καθ’ ό μέρος δεν καταλαμβάνουν την αμέσως επόμενη των εκλογών της 26ης Μαΐου 2019 και της 2ας Ιουνίου 2019 δημοτική περίοδο, δεν είναι αντίθετες σε κάποια συνταγματική ή υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη ή αρχή, και β) καθ’ ο μέρος όμως καταλαμβάνουν τη δημοτική περίοδο που διανύεται μετά τις εκλογές της 26ης Μαΐου και της 2ας Ιουνίου 2019, ο νομοθέτης παρενέβη, αμέσως μετά τη διεξαγωγή των εκλογών στη λειτουργία των Ο.Τ.Α. Α΄ βαθμού, επιφέροντας δύο βασικές αλλαγές στο υφιστάμενο σύστημα, οι οποίες είναι μεταξύ τους αλληλένδετες: αφενός μετέβαλε τον τρόπο συγκροτήσεως της Οικονομικής Επιτροπής και της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι σε αυτές η πλειοψηφία θα ανήκει στην παράταξη με την οποία εξελέγη ο Δήμαρχος· αφετέρου προέβη σε μεταφορά αρμοδιοτήτων από το δημοτικό συμβούλιο προς την Οικονομική Επιτροπή, προς την οποία μεταβιβάστηκαν αποφασιστικές αρμοδιότητες σημαντικού οικονομικού αντικειμένου και προς την Επιτροπή Ποιότητας Ζωής, προς την οποία μεταβιβάστηκε η αρμοδιότητα λήψεως αποφάσεων που αφορούν την κυκλοφορία. Οι εν λόγω διατάξεις κατά το μέρος που καταλαμβάνουν την αμέσως επομένη των δημοτικών εκλογών περίοδο μετέβαλαν εκ των υστέρων το πλαίσιο ασκήσεως του κατοχυρούμενου στο Σύνταγμα δικαιώματος εκλογής των αρχών των Ο.Τ.Α.· και τούτο, διότι η εκφρασθείσα θέληση των εκλογέων είχε διαμορφωθεί κατά συνεκτίμηση, εκτός των άλλων, και του ότι, σύμφωνα με την ισχύουσα κατά τις εκλογές αυτές νομοθεσία, οι αποφάσεις που αφορούν σημαντικές αρμοδιότητες του δήμου, όπως αυτές που προαναφέρθηκαν και που αφορούν ζητήματα που κατ’ εξοχήν συνάπτονται με την κατοχυρούμενη στο άρθρο 102 παρ. 2 του Συντάγματος οικονομική αυτοτέλεια των Ο.Τ.Α., θα λαμβάνονται από το δημοτικό συμβούλιο, όργανο διοικήσεως του δήμου με άμεση δημοκρατική νομιμοποίηση, απαιτουμένων ενδεχομένως ευρύτερων συναινέσεων για την επίτευξη πλειοψηφίας και από δημοτικούς συμβούλους που δεν εξελέγησαν με τον συνδυασμό του Δημάρχου. Εξ άλλου, κατά τον χρόνο ψηφίσεως των σχετικών διατάξεων, δεν είχε δοκιμαστεί στην πράξη η εφαρμογή του συστήματος της απλής αναλογικής που είχε εισαχθεί με τον ν. 4555/2018 στη διοίκηση των δήμων, προκειμένου να δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, αναγόμενους στην ομαλή λειτουργία αυτών, η τόσο σοβαρή και έντονη επέμβαση του νομοθέτη στη θέληση των εκλογέων, με την εφαρμογή των επίδικων ρυθμίσεων και κατά την τρέχουσα δημοτική περίοδο. Για τους λόγους αυτούς, οι προαναφερθείσες ρυθμίσεις, καθ’ ό μέρος καταλαμβάνουν τη δημοτική περίοδο που διανύεται μετά τις εκλογές, έρχονται σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1, 52 και 102 παρ. 2 του Συντάγματος. Αντιθέτως, δεν αντίκεινται στις διατάξεις αυτές του Συντάγματος οι ρυθμίσεις που αφορούν την ανάδειξη των μελών των διοικητικών συμβουλίων δημοτικών νομικών προσώπων (Δ.Ε.Υ.Α. κ.λπ.), καθ’ όσον οι εν λόγω οργανωτικές μεταβολές δεν συνδυάζονται και με μεταφορά αρμοδιοτήτων από άμεσα όργανα διοίκησης του δήμου προς τα αντίστοιχα συλλογικά όργανα των νομικών αυτών προσώπων. Διατυπώθηκαν δύο μειοψηφίες: Σύμφωνα με την πρώτη, οι ανωτέρω διατάξεις κατά το μέρος που καταλαμβάνουν το αμέσως επόμενο της εκλογής διάστημα είναι στο σύνολό τους αντισυνταγματικές. Κατά την δεύτερη, οι αυτές διατάξεις δεν έρχονται σε αντίθεση με καμία συνταγματική διάταξη.».
Εκ του ανωτέρω σκεπτικού, προκύπτει ότι κρίθηκε ως αντισυνταγματική η μεταβολή της συνθέσεως των ανωτέρω Επιτροπών, μετά τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών και για την αυτοδιοικητική περίοδο για την οποία έλαβε χώρα η ανωτέρω «ρύθμιση», διότι στην ουσία της «αλλοίωσε» (δικός μου ο χαρακτηρισμός) την σύνθεσή τους (σε σχέση με τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών, ιδίως της πρώτης Κυριακής), προς όφελος του συνδυασμού του Δημάρχου που εκλέχθηκε.
Εάν οι ρυθμίσεις αφορούσαν την μεθεπόμενη αυτοδιοικητική περίοδο (ήτοι την αυτοδιοικητική περίοδο που θα αρχίσει 1-1-2024), τότε δεν θα υπήρχε ζήτημα αντισυνταγματικότητας.
Τονίζεται το γεγονός ότι δεν εφαρμόστηκε στην πράξη ο Ν. 4555/2018 (γνωστός και ως «Κλεισθένης»). Και αυτό ήταν το μεγάλο λάθος (κατά τη γνώμη μου).
Δεν τίθεται θέμα αντισυνταγματικότητας της συνθέσεως των Διοικητικών Συμβουλίων των Δημοτικών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, αφού η σύνθεσή τους δεν εξαρτάται άμεσα από τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών και τη βούληση του Εκλογικού Σώματος.
Από την ανωτέρω διατύπωση της ανακοίνωσης του ΣτΕ (και επομένως θα επαναλάβουμε ότι θα πρέπει να δούμε το πλήρες κείμενο της αποφάσεως) δεν αναφέρεται κάτι ξεκάθαρο σχετικά με το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας της μεταφοράς αρμοδιοτήτων από το Δημοτικό Συμβούλιο στην Οικονομική Επιτροπή του Δήμου, για το οποίο και θα τοποθετηθώ σε επόμενη ανάρτησή μου.
Επομένως και με το δεδομένο ότι σύμφωνα με την πάγια πρακτική του ΣτΕ (εκτός αν ορίζεται με την απόφασή του κάτι διαφορετικό) η αντισυνταγματικότητα αρχίζει να ισχύει από τη δημοσίευση της αποφάσεως, τότε ΕΙΝΑΙ ΑΜΕΣΑ ΟΡΑΤΟΣ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ να ακυρωθούν από τη δημοσίευση της αποφάσεως της Ολομέλειας του ΣτΕ και μετά, όσες αποφάσεις ληφθούν από την Οικονομική Επιτροπή και την Επιτροπή Ποιότητας Ζωής εκάστου Δήμου, με την σύνθεση που υπάρχει υπό το καθεστώς των ρυθμίσεων των Ν. 4623/2019 και 4625/2019, η οποία κρίθηκε ως αντισυνταγματική και πρέπει να αλλάξει ΑΜΕΣΑ.
Ομοίως και για την σύνθεση της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας, η οποία επηρεάζεται έμμεσα.
Για τη νόμιμη λειτουργία των Οικονομικών Επιτροπών (Δήμου και Περιφέρειας) και για την Επιτροπή Ποιότητας Ζωής εκάστου Δήμου, είτε θα πρέπει να υπάρξει ΑΜΕΣΗ νομοθετική ρύθμιση για τη θεραπεία της αντισυνταγματικότητας της σύνθεσης των ανωτέρω Επιτροπών, είτε σε κάθε περίπτωση να πρέπει να επαναφερθούν σε ισχύ οι διατάξεις του Ν. 4555/2018 (και να αλλάξει ΑΜΕΣΑ η σύνθεση των ανωτέρω οργάνων), σύμφωνα πάντοτε με τη βούληση του Εκλογικού Σώματος, όπως εκφράστηκε στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές.
Σε κάθε άλλη περίπτωση θα είναι ορατός ο κίνδυνος να κηρυχθούν ως αντισυνταγματικές τυχόν άλλες ρυθμίσεις, ως αντίθετες προς την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας.
Επομένως αν υπάρχει κάποιο συμπέρασμα από την ανωτέρω απόφαση, αυτό θα ήταν ένα : «Ακούστε αγαπητοί/ές κύριοι/ες πολιτικοί –πριν ψηφίσετε- τον επιστημονικό λόγο και ιδίως τα εκ του Συντάγματος θεσμοθετημένα όργανα, όπως για παράδειγμα η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής και εφαρμόστε το Σύνταγμα. Και επιτέλους ας προηγηθεί ο επιστημονικός λόγος και αντίλογος από την πολιτική βούληση».
Επιστήμη vs πολιτικής : σημειώσατε «Ένα».