Διακοπή κυκλοφορίας σε Εθνικές Οδούς και αποζημίωση των εγκλωβισμένων: Ένας γρίφος για δύσκολους λύτες και απόντα(;) το φυσικό δικαστή
Όσα διαδραματίστηκαν αυτές τις ημέρες στην Αττική μόνο θλίψη μπορούν να δημιουργήσουν. Σε μία Χώρα που προσπαθεί να σταθεί όρθια στα πόδια της, σε μια χώρα που προσπαθεί να θέσει σε νέες «Μετα-μνημονιακές» βάσεις την οικονομία της, μέσα από τη διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών, διαμέσου των μεγάλων «υπερσύγχρονων», αλλά και ακριβοπληρωμένων Τμημάτων του Εθνικού Οδικού Δικτύου (είτε έχουν παραχωρηθεί σε Ιδιώτη, είτε όχι), τα όσα διαδραματίστηκαν με την έλευση της «Ελπίδας», δεν μας δίνει καμία ελπίδα να αισιοδοξούμε.
Από την μία η αδυναμία του σύγχρονου «επιτελικού Κράτους», της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, από την άλλη η «τεχνοκρατική δομή και νοοτροπία» των ιδιωτών, που κατάφεραν να μην συντονιστούν ποτέ, έφεραν ως αποτέλεσμα τον πολύωρο εγκλωβισμό χιλιάδων πολιτών και αντιστοίχων οχημάτων.
Τα όσα συνέβησαν είναι γνωστά σε όλους μας. Οι ευθύνες είναι πολλές. Τόσο της κεντρικής διοίκησης, όσο της τοπικής αυτοδιοίκησης (κυρίως δευτέρου βαθμού, για τους δρόμους που δεν αποτελούν αντικείμενο μέριμνας των Ιδιωτών και των Δημοτικών Αρχών), αλλά και των ιδιωτών, με βάση τις συμβάσεις που έχουν υπογραφεί.
Το ζήτημα είναι ποιος αποζημιώνει τον πολίτη, από την ταλαιπωρία που υπέστη, από τις τραγικές συνθήκες που δημιουργήθηκαν.
Τροφή και για τα αθηναϊκά ΜΜΕ, πολλά τα τηλεοπτικά Δικαστήρια που έκριναν και κατέκριναν. Είναι πολλοί εκείνοι που καταδίκαζαν χωρίς να είναι οι «φυσικοί δικαστές», αλλά και εκείνοι οι οποίοι αποτίμησαν ως δικαστές, χωρίς να είναι δικαστές, την «ηθική βλάβη» των εγκλωβισμένων «οχημάτων» στο εύλογο και «υπέρογκο» ποσό των 2.000 Ευρώ ανά όχημα, χωρίς να εξειδικεύουν την έννοια του εγκλωβισμένου φυσικού προσώπου, το οποίο και δικαιούται εκ του Νόμου την εύλογη αποζημίωση σε αποκατάσταση της βλάβης που υπέστη, χωρίς να εξειδικεύουν τυχόν άλλη ευθύνη έναντι υπολοίπων δικαιούχων, χωρίς να προσδιορίζεται κάτι άλλο διαφορετικά (αποζημίωση συνεπιβατών, ιδιαίτερη κατάσταση κάθε συνεπιβάτη, βλάβη στα οχήματα κ.ο.κ.).
Πολλά τα ΜΜΕ τα οποία διαφήμιζαν το ποσόν των 2.000 Ευρώ. Ως νομική βάση ετέθη το «πολιτικά» πολυδιαφημιζόμενο άρθρο 65 του Ν. 4663/2020. Ας δούμε όμως τι ορίζει το άρθρο αυτό. Συγκεκριμένα ορίζει ότι, «1. Η διακοπή της κυκλοφορίας σε οποιοδήποτε τμήμα του βασικού και του δευτερεύοντος εθνικού οδικού δικτύου, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 1 α και β του π.δ. 209/1998, απαγορεύεται. 2. Κατ’ εξαίρεση, η προσωρινή διακοπή κυκλοφορίας επιτρέπεται μόνον σε περιπτώσεις που τούτο προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία ή τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί με φορείς που είναι αρμόδιοι για την λειτουργία ή/και την συντήρηση τμημάτων του Βασικού Εθνικού Οδικού Δικτύου και αποκλειστικά υπό τους εκεί προβλεπόμενους όρους και στην απολύτως αναγκαία έκταση. 3. Με την εξαίρεση των περιπτώσεων της παραγράφου 2, σε περίπτωση διακοπής της κυκλοφορίας σε οποιοδήποτε τμήμα του εθνικού οδικού δικτύου της παραγράφου 1 του παρόντος, συνεπεία δυσμενών καιρικών φαινομένων ή βλάβης στοιχείου της οδικής υποδομής για χρονικό διάστημα άνω της μίας (1) ώρας, επιβάλλονται, στις υπαίτιες υπηρεσίες του δημοσίου ή δημοσίων νομικών προσώπων ή σε φορείς επιφορτισμένους με τη λειτουργία ή/και συντήρηση τμημάτων του εν λόγω δικτύου ή/και τους χρήστες της υποδομής, κυρώσεις σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο, εφόσον ενέργεια ή παράλειψη αυτών συνετέλεσε στη διακοπή κυκλοφορίας. 4. Εντός τριών (3) ημερών από τη διαπίστωση της διακοπής της κυκλοφορίας κατά τις ανωτέρω παραγράφους, με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών συγκροτείται Επιτροπή Διερεύνησης. Αντικείμενο του έργου της Επιτροπής Διερεύνησης αποτελεί η διερεύνηση και εξακρίβωση των αιτίων της διακοπής της κυκλοφορίας στο βασικό εθνικό οδικό δίκτυο, ο επιμερισμός και καταλογισμός τυχόν διαπιστούμενων ευθυνών στους κατά περίπτωση αρμόδιους φορείς λειτουργίας ή/και συντήρησης της υποδομής, στις υπηρεσίες του Δημοσίου ή δημόσιων νομικών προσώπων ή/και τους χρήστες της υποδομής. 5. Η Επιτροπή Διερεύνησης συγκροτείται από τρία (3) τακτικά μέλη και τρία (3) αναπληρωματικά. Στην Επιτροπή μετέχουν: (α) Ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Συγκοινωνιακών Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, (β) ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Οδικών Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών και (γ) εκπρόσωπος του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη ο οποίος ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του με θητεία δύο (2) ετών με απόφαση του οικείου Υπουργού. Στην ως άνω απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών δύναται να προβλέπεται η επικούρηση της Επιτροπής Διερεύνησης από εξωτερικούς τεχνικούς συμβούλους ή πραγματογνώμονες. 6. Προς τον σκοπό επιτέλεσης του έργου της, η Επιτροπή Διερεύνησης δύναται να πραγματοποιεί αυτοψίες, να καλεί σε ακρόαση τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες και φορείς και να ζητεί από αυτούς κάθε αναγκαίο έγγραφο και στοιχείο. Οι αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς υποχρεούνται να συνδράμουν την Επιτροπή Διερεύνησης θέτοντας αμελλητί στην διάθεσή της κάθε στοιχείο και έγγραφο που είναι αναγκαίο ή που ζητείται από αυτήν για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της. Η μη χορήγηση των ζητηθέντων στοιχείων προς την Επιτροπή από τις αρμόδιες υπηρεσίες συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα για τα αρμόδια υπηρεσιακά στελέχη. 7. Το έργο της Επιτροπής Διερεύνησης ολοκληρώνεται το συντομότερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός είκοσι (20) ημερών από την συγκρότηση της με την σύνταξη και υποβολή σχετικού πορίσματος στον Υπουργό Υποδομών και Μεταφορών στο οποίο θα περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου. Η ως άνω προθεσμία δύναται να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών σε περίπτωση που τούτο κρίνεται απολύτως αναγκαίο για την άρτια ολοκλήρωση του έργου της Επιτροπής Διερεύνησης κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος αυτής. 8. Εφόσον από το πόρισμα της Επιτροπής Διερεύνησης προκύπτουν πράξεις ή παραλήψεις φορέων λειτουργίας ή/και συντήρησης τμημάτων του βασικού εθνικού δικτύου ή δημόσιων νομικών προσώπων που δεν ανήκουν στην Κεντρική Κυβέρνηση, ή ευθύνες χρηστών της υποδομής, που συνετέλεσαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην διακοπή της κυκλοφορίας, επιβάλλεται σε αυτούς με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών ή του κατ’ εξουσιοδότηση αυτού αρμοδίου οργάνου διοικητικό πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ ανάλογα με τη βαρύτητα του περιστατικού. Το ύψος του διοικητικού προστίμου καθορίζεται λαμβανομένων υπόψη της διάρκειας διακοπής της κυκλοφορίας, της έκτασης και των συνεπειών αυτής, καθώς και του βαθμού υπαιτιότητας εκάστου εμπλεκομένου φορέα ή προσώπου. Το διοικητικό πρόστιμο της παρούσας παραγράφου επιβάλλεται ανεξαρτήτως της επιβολής τυχόν άλλων κυρώσεων οι οποίες προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία. 9. Εφόσον από το πόρισμα της Επιτροπής Διερεύνησης προκύπτουν ευθύνες δημοσίων υπαλλήλων κινείται η διαδικασία επιβολής πειθαρχικών κυρώσεων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην κείμενη νομοθεσία.». Σύμφωνα δε, με το άρθρο 1 του π.δ. 209/1998 : α) Ως Βασικό Εθνικό Οδικό Δίκτυο είναι το τμήμα εκείνο του Εθνικού Οδικού Δικτύου που συνδέει τη χώρα με άλλες επικράτειες, απ’ ευθείας ή με παρέμβαση πορθμείων ή τα σπουδαιότερα αστικά κέντρα μεταξύ τους.
Από τα ανωτέρω αναφερόμενα προκύπτει ΑΜΕΣΑ ότι από την «πολιτικά» πολυδιαφημιζόμενη διάταξη του άρθρου 65 του Ν. 4663/2020, που αφορά ΜΟΝΟ το Βασικό Εθνικό Οδικό Δίκτυο επιβάλλεται μόνο διοικητική κύρωση (πρόστιμο) κατά των υπαιτίων και πειθαρχικές κυρώσεις κατά των δημοσίων υπαλλήλων που ενδεχομένως ευθύνονται.
Επομένως το ζήτημα της τυχόν αποκατάστασης της αστικής ευθύνης, η οποία περιλαμβάνει την αποκατάσταση της άμεσης θετικής ζημίας, του διαφυγόντος κέρδους, αλλά και το φλέγον θέμα της αποκατάστασης της ηθικής βλάβης των εγκλωβισμένων πολιτών (όχι της ψυχικής οδύνης, αφού ευτυχώς δεν είχαμε κανένα θάνατο) δεν προβλέπονται από την ανωτέρω διάταξη και η επιδίκασή της αποτελεί ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ έργο του αστικού Δικαστή και καμίας Κυβερνήσεως, καμίας Τοπικής Αρχής, αλλά και κανενός Ιδιώτη.
Ο καθορισμός του ύψους της αποζημίωσης αποτελεί ως ελέχθη και ανωτέρω ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ, εκ του Συντάγματος, του Έλληνα Δικαστή ο οποίος με τα κριτήρια που προσδιορίζει ο Νόμος (το είδος και τη βαρύτητα της ηθικής προσβολής, την περιουσιακή, κοινωνική και προσωπική κατάσταση των μερών και κυρίως του παθόντος, τη βαρύτητα του πταίσματος του δράστη (στον βαθμό που επηρεάζει την ένταση της ηθικής βλάβης), η βαρύτητα του τυχόν συντρέχοντος πταίσματος του θύματος, οι όλες ειδικότερες συνθήκες πρόκλησης της ηθικής βλάβης), θα επιδικάσει ως αποζημίωση το νόμιμο ποσόν με βάση τις συνθήκες που επικράτησαν την ημέρα του συμβάντος και τα αποδεικτικά στοιχεία.
Ας αφήσουμε επιτέλους τη Δικαστική Λειτουργία να κάνει το καθήκον της, χωρίς περιορισμούς, όπως αυτή γνωρίζει καλύτερα από όλους μας.
Ας επιβληθούν επιτέλους οι κυρώσεις σε αυτούς που ταλαιπώρησαν αδικαιολόγητα χιλιάδες πολίτες.
Λάμπρος Π. Μπαμπαλιούτας
Δικηγόρος-Επ. Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου