Η Αυτοκτονία κατά την χριστιανική διδασκαλία. Μια προσέγγιση για την ψυχική ανθεκτικότητα.
«Μην κάνεις κακό στον εαυτόν σου, είπε ο Απόστολος Παύλος στο δεσμοφύλακά του, που επειδή νόμιζε ότι οι κρατούμενοι είχαν δραπετεύσει ετοιμαζόταν να μαχαιρωθεί» . Τον άκουσε και υπάκουσε στον Απόστολο, καθώς διαπίστωνε ότι η αυτοκτονία του θα στηριζόταν σε μια υπόθεση λαθεμένη.
Αυτό συμβαίνει και στον αυτόχειρα. Κάνει κακό στον εαυτό του, το μεγαλύτερο δυνατό κακό, βασιζόμενος σε λαθεμένες υποθέσεις. Ότι, δηλαδή, τα πράγματα είναι καταστροφικά για τον ίδιο και ότι είναι χαμένος. Και όμως, ο δεσμοφύλακας εκείνος άλλαξε ζωή, βαπτίστηκε και σώθηκε. Η απελπισία, από την άλλη πλευρά, αποτέλεσε, αποτελεί και θα αποτελεί τον χειρότερο «σύμβουλο», που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε λανθασμένες αποφάσεις και σε ανόητες ενέργειες.
Ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας θεωρεί την αυτοχειρία ως «απέχθεια» προς το Δημιουργό. Ενώ, ο ιερός Χρυσόστομος διδάσκει με αφορμή την αυτοκτονία του Ιούδα «…και την αμαρτίαν διέπραξε και την ψυχήν του έχασε» .
Δεν θα μιλήσουμε εδώ για άλλες μορφές αυτοκτονίας, που έχουν αφορμή άλλα αίτια διαφορετικά από την απελπισία. Κι αυτό γιατί το μεγάλο πρόβλημα των καιρών μας δεν είναι ο εκούσιος θάνατος, που θα προέλθει από την προσπάθειά μας να σώσουμε ζωές άλλων ανθρώπων ή τη θυσία μας για την οικογένειά μας, την πατρίδα μας ή την πίστη μας. Η αυτοθυσία αυτή απέχει πολύ από την αυτοχειρία, η οποία σε κανονικές συνθήκες δείχνει εγωισμό, έλλειψη πίστης και καταβολή μας από την απελπισία.
ΑΙΤΙΑ ΑΥΤΟΧΕΙΡΙΑΣ
Τα αίτια της αυτοκτονίας είναι μερικές φορές ασαφή, ακόμα και για εκείνους, που επιχειρούν να αυτοκτονήσουν. Για κάποιους ο θάνατος είναι απλώς το τέλος. Για άλλους η αυτοκτονία είναι πιο περίπλοκη υπόθεση. Σημειώματα, που άφησαν αυτόχειρες, υπονοούν την επιθυμία επανασύνδεσης με κάποιον που μόλις πέθανε. Σε άλλες περιπτώσεις η ανάγκη να δημιουργήσουν σε κάποιον άλλον τύψεις και ενοχές μέσω της αυτοκτονίας τους είναι φανερή.
Η απελπισία, όμως, είναι τις πιο πολλές φορές η αιτία για αρκετούς αυτόχειρες και φαντάζει ως η λύση σε ένα «άλυτο» πρόβλημα. Ο άγιος Αντίοχος, ο μοναχός, θα γράψει: «Το της απογνώσεως πάθος … φέρει … τον άνθρωπον εις απιστίαν και ανελπισίαν» .
Τα αίτια, λοιπόν, είναι πολλά. Η μοναξιά, η έλλειψη επικοινωνίας, η ανεργία, η απουσία ιδανικών, οι δοκιμασίες της ζωής σπρώχνουν πολλούς στην τελική έξοδο. Μια κοινωνία που δεν προσφέρει ιδανικά επιδοκιμάζει και απαιτεί την επιλογή του θανάτου. Κατάντημα είναι ο λεγόμενος πνευματικός κόσμος να ανακηρύσσει ως ήρωες, μάρτυρες, εντίμους και δυνατούς τους αυτόχειρες. Έχουν τόσο ανατραπεί οι αξίες, ώστε να θεωρείται επιτρεπτό και δυνατό αυτό που ο ηθικός νόμος απαγορεύει. Ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια» ονομάζει τους αυτόχειρες δειλούς. Πιο συγκεκριμένα: Το να αποθνήσκει κάποιος για να αποφύγει τη φτώχεια, ή τον έρωτα ή κάτι λυπηρό «ουκ ανδρείου αλλά μάλλα δειλού».
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Χωρίς αμφιβολία το αποτελεσματικότερο όπλο που μπορεί να χρησιμοποιήσει ο χριστιανισμός στον αγώνα κατά της αυτοκτονίας είναι η άσκηση τής προς τον πλησίον αγάπης.
Δεν πρέπει, ακόμα, να παραθεωρείται η ευθύνη όσων αποφεύγουν να μιλήσουν και να στηρίξουν με κάθε τρόπο αυτόν που βρίσκεται σε μεγάλη απελπισία. Ευθύνη τους, επίσης, είναι να μην εκλάβουν ως ασύστατες τις απειλές για αυτοκτονία και να μπορέσουν να απευθυνθούν και να κατευθύνουν τους υποψήφιους αυτόχειρες σε αρμόδια πρόσωπα, που θα μπορέσουν να τους καθοδηγήσουν με σωστό τρόπο.
Παράλληλα, γνωρίζουμε καλά, πως ανθρώπινο χαρακτηριστικό και όπλο ενσωματωμένο στη φύση μας είναι η ικανότητα να βγάζουμε εμείς οι ίδιοι από το κακό καλό, να μεταστρέφουμε το αρνητικό σε θετικό και μάλιστα μέσα από τα προβλήματα να συγκεντρώνουμε ενέργεια και να παίρνουμε δύναμη, ώστε να τα ξεπερνάμε και να μεγαλουργούμε. Με την πίστη στο Θεό και με εμπιστοσύνη στις δυνάμεις μας, είναι δυνατό να προχωράμε στο μέλλον, να ζούμε το παρόν με αξιοπρέπεια, και να γελάμε, εν τέλει, με τα «ανυπέρβλητα» προβλήματα του παρελθόντος.
ΜΗ ΤΕΛΕΣΗ ΚΗΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΥΤΟΧΕΙΡΑ
Η Πίστη μας καταδικάζει την αυτοκτονία ως πράξη καταραμένη και τελείως αντίθετη με την αληθινή ζωή του Ευαγγελίου και απαγορεύει την εκκλησιαστική ταφή σε όσους, έχοντας το λογικό τους, αποφασίζουν να αυτοκτονήσουν.
Η Εκκλησία μας με πραγματικό πόνο αρνείται την ταφή. Προτιμά, όμως, να μην γίνεται αρεστή, όταν είναι πλέον αργά και έχει χαθεί έστω και μία ψυχή αυτόχειρα, αν είναι να αποτελέσει η Πίστη και η Θεολογία της τον πρώτο κυματοθραύστη, της όποιας αυτοκαταστροφικής διάθεσης που μπορεί να καταλάβει μελλοντικά τον άνθρωπο.
Ο άγιος Νεκτάριος στη «Γραφή περί αυτοχειρίας» λέει «γι’ αυτό κηδεύουσα η Εκκλησία τον αυτόχειρα και εντολή παραβαίνει και προς τον Θεό αμαρτάνει καθώς ψεύδεται προς Αυτόν ενώπιον του λαού εντός του Ιερού Ναού. Διότι όλη η νεκρική ακολουθία είναι μία επίκληση προς το Θεό εκ μέρους του τεθνεώτος και εκ μέρους της Εκκλησίας, με την οποία ο μεν τεθνεώς εμφανίζεται ως πιστός και του Θεού λάτρης και οπαδός των εντολών του Κυρίου, η δε Εκκλησία συνομολογεί και συγχρόνως ψεύδεται λέγουσα προς το Θεό σε κάθε τροπάριο να αναπαύσει «ον μετέστησε δούλον Του», ενώ ούτε μετέστησε, ούτε ανακάλεσε, ούτε τίποτε όσα λέει προς το Θεό έγιναν και επί πλέον ονομάζει δούλο του Θεού τον Αυτόχειρα, ο οποίος δεν ήταν δούλος του Θεού, διότι οι δούλοι του Θεού δεν αυτοχειριάζονται». Και συνεχίζει ο άγιος ότι «οι υψηλές αρχές του Ευαγγελίου, άσχετα με το αποτέλεσμα που μπορεί να επέλθει, δεν επιτρέπουν την κηδεία των αυτοκτονούντων. Εάν χρησιμεύει αυτό και ως φάρμακο, ως μέσο προληπτικό, είναι συνέπεια που δεν επιδιώκεται από την Εκκλησία, διότι η Εκκλησία φρουρεί τα τέκνα της, όχι με το φόβο αλλά με την ηθική μόρφωση και ανάπλαση, με τον χριστιανικό βίο και πολίτευμα, και δεν έχει ανάγκη να καταφύγει σε τέτοιου είδους εκφοβιστικά μέσα με σκοπό την περιστολή της αυτοχειρίας».
ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ
Η Εκκλησία της Ελλάδας με την υπ΄ αριθ. 2712/12.3.2001 Εγκύκλιό Της- διασαφηνίζει ότι υπάρχουν εξαιρέσεις και κηδεύονται εκκλησιαστικώς οι άνθρωποι που αφαιρούν μόνοι τη ζωή τους, όταν συντρέχουν κάποιοι πολύ συγκεκριμένοι λόγοι:
• Όταν ο αυτόχειρας είναι «εκφρενής», όταν δηλαδή πάσχει από πνευματική ασθένεια, ώστε να μην μπορεί να αντιληφθεί τη σημασία της πράξης του.
• Όταν ο αυτόχειρας «δεν έχει εαυτόν», όταν δηλαδή δεν έχει συνείδηση των όσων πράττει.
• Όταν ο αυτόχειρας προκαλέσει τον θάνατό του «εξ αμελείας ή τυχαίως».
Φυσικά ο αυτόχειρας κηδεύεται αν μετανοήσει για την πράξη του κατά το χρόνο μέχρι να επέλθη ο θάνατός του.
ΠΕΡΙ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ
Όταν θέλουμε να μιλήσουμε θεολογικά με το λόγο της Εκκλησίας για την Αυτοκτονία ή Αυτοχειρία, αναγκαστικά και αυτομάτως η σκέψη μας στρέφεται, όπως συνοπτικά αναφέραμε λίγο πιο πάνω, σ’ ένα μοιραίο συναίσθημα: την απελπισία.
Ο λόγος, λοιπόν, είναι κατά βάση ψυχολογικός. Είναι ένα αίσθημα το οποίο επενδύει μια σκέψη ένα λογισμό, αυτού της Απελπισίας. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στο «Συμβουλευτικό Εγχειρίδιον» γράφει σχετικά με τους λογισμούς «τους ενάρετους συλλογισμούς πρέπει κανείς να αφουγκράζεται να αποδέχεται σαν σωστούς. Στους κακούς όμως πρέπει να αντιλέγει χωρίς περιστροφές και στο σύνολό τους (εκτός από τους σαρκικούς και απρεπείς συλλογισμούς) και αυτούς να εκδιώκει και να αποκόπτει και κυρίως τους πονηρούς και αυτούς που στρέφονται εναντίον του πλησίον. Όσον αφορά δε στους απρεπείς συλλογισμούς πρέπει να τους αποφεύγει και να προστρέχει μόνο στο Θεό μέσω της προσευχής, τους δε ασεβείς και αυτούς που προκαλούν απελπισία να τους περιφρονεί».
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι μόνο η περιφρόνηση ταιριάζει στην απελπισία. Ο Κύριος έχει δώσει πολλά δώρα στον χτυπημένο από τη φθορά και πονεμένο από την αδύναμη φύση του άνθρωπο, δώρα που ενισχύουν την ψυχική του ανθεκτικότητα, δύο απ’ αυτά είναι η πίστη και ο χρόνος.
Η πίστη στηρίζει και λογικεύει όταν η λογική μας μάς έχει εγκαταλείψει και μας οδηγεί στο κακό όταν κάτι άσχημο μάς έχει συμβεί. Ο χρόνος, πάλι, δίνει την ευχέρεια και το περιθώριο στη λογική να επιστρέψει και να πάρει και πάλι τον έλεγχο της κατάστασης. ΄Αλλωστε ο άγιος Νικόδημος συνεχίζει και λέει «Τότε μόνον ο άνθρωπος μπορεί να αντιλέγει και να εκδιώκει και να αποκόπτει τους κακούς λογισμούς όταν πάρει δύναμη από τον Θεό και πείρα στον αόρατο εδώ πόλεμο και τότε μόνο τους Περιφρονεί ολοκληρωτικά όταν τους νικήσει. Επιπλέον το να σπεύδει κάποιος να περιφρονεί πάντοτε και ολοκληρωτικά τους κακούς λογισμούς και να προστρέχει στο Θεό αυτό είναι το ασφαλέστερο».
Συντελείται, λοιπόν, ένας αόρατος πόλεμος και στον πόλεμο αυτόν το ισχυρότερο όπλο του διαβόλου είναι η σπορά της απελπισίας μέσα στην ψυχή του ανθρώπου.
Η ελπίδα που συνοδεύει την πίστη δρα πολλές φορές θεραπευτικά στην απελπισία του ανθρώπου. Το Ψαλτήριο όλο είναι ευχαριστία προς το Θεό για τη θεία πρόνοια και προστασία Του: «Επ’ αυτώ», ψάλλει, «ήλπισεν η καρδία μου και εβοηθήθην». «Επί σοι Κύριε ήλπισα και ού κατησχύνθην» διδάσκει δε, ότι «Κύριος υπερασπιστής πάντων των ελπιζόντων επ’ αυτόν» και «ου μη ασθενήσει ο ελπίζων επ’ αυτόν» εύχεται δε προς τον Θεόν λέγων` «Ευφρανθήτωσαν πάντες οι ελπίζοντες επί σοι Κύριε εις τον αιώνα».
Όλα τα πιο πάνω μας εισάγουν σε αυτό που ονομάζεται «Θεολογία του Ανισταμένου Ανθρώπου». Σύμφωνα με τον Μέγα Αντώνιο: «Αυτός που παλαίει εναντίον των παθών του, εάν πέσει, ας μην απελπιστεί και παραμείνει στην πτώση, απελπίζοντας τον εαυτόν του, αλλά αφού σηκωθεί πάλι ας συνεχίσει τον αγώνα …μέχρι την τελευταία του αναπνοή». Την ίδια στιγμή ο ιερός Χρυσόστομος υποστηρίζει κατηγορηματικά: «Η απόγνωση δεν αφήνει τον πεσμένο άνθρωπο να σηκωθεί, ενώ η αδιαφορία οδηγεί στην πτώση εκείνου, που είναι όρθιος».
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Έχουμε, λοιπόν, ως αιτίες της αυτοκτονίας την ασέβεια, την απιστία, την επιπολαιότητα, την ανωριμότητα, αλλά και τη μη σπλαχνικότητα και αγάπη και την νουνεχή και σοβαρή σκέψη από τον αυτόχειρα για τα πρόσωπα που αφήνει πίσω του. Δηλαδή για την οικογένειά του, που πλήττεται, για τους αγαπημένους του, που χάνουν τον άνθρωπό τους, για την ίδια την κοινωνία, συνολικά, που λαβώνεται από το παράδειγμά του, αλλά και για τον οποιοδήποτε, που θα είχε χαρά, βοήθεια και ευεργεσία από το πρόσωπό τού «επίδοξου» αυτόχειρα. Και έτσι αυτός, αντί να δώσει την οφειλόμενη και αναμενόμενη χαρά, την στερεί τόσο από τους συνοδοιπόρους τής ζωής του, όσο κι από τον ίδιο.
Για τους ανθρώπους, όμως, με θρησκευτικές ρίζες και εκκλησιαστικές καταβολές, η ζωή είναι δώρο θεϊκό, που παρέχεται και ανακαλείται μόνο από τον Δημιουργό της ζωής. Είναι γνωστό και αποδεκτό, ότι δυσκολίες πάντα υπάρχουν. Ο χρυσός άλλωστε εμφανίζεται μόνο αφού περάσει από το καμίνι του χωνευτηρίου. Η λύση δεν βρίσκεται στην υποχώρηση, αλλά στον αγώνα. Η πρώτη και τελευταία σκέψη σε μία προσπάθεια αντιμετωπίσεως της θλίψεως και ενισχύσεως μιας ψυχικής ανθεκτικότητας είναι η ανάσυρση από την προσωρινή ή και πιο μακροχρόνια λήθη ότι, ότι πίσω από όλα υπάρχει ο προνοητής Θεός, ο οποίος, κατά το αγιογραφικό χωρίο «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» .