Οι αναθεωρητισμοί της Τουρκίας και η στάση της Ελλάδας
Αρκετά χρόνια τώρα ο Τούρκος Πρόεδρος και η Τουρκική διπλωματία προσπαθούν αρθρώνοντας εθνικιστικό λόγο, αλλά και παρεμβαίνοντας δυναμικά όπου έχει δημιουργηθεί πολιτικό κενό, κυρίως από την αλλαγή στρατηγικής και την αλλοπρόσαλλη πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών (Συρία, Ιράκ, Λιβύη κλπ) να αναθεωρήσουν διεθνείς συνθήκες, διμερείς συμφωνίες, ακόμη και να ερμηνεύσουν και να εφαρμόσουν με διαφορετικό τρόπο από τον προβλεπόμενο, το διεθνές δίκαιο.
Τελευταία αμφισβήτησαν τη συνθήκη της Λωζάνης καυτηριάζοντας το Κεμαλικό καθεστώς για την τότε πολιτική του, ενώ κορυφαίοι πολιτικοί παράγοντες ( με πρώτο τον εθνικιστή ηγέτη που στηρίζει τον Πρόεδρο Ερντογάν ) αμφισβητούν πλέον, ακόμη και το καθεστώς των Δωδεκανήσων.
Η διπλωματική και πολιτική ακινησία της Χώρας μας για πολλές δεκαετίες και η ατολμία να ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματά της κυρίως σε ότι αφορά το Δίκαιο της Θάλασσας, έδωσε στην Τουρκία το ΄΄δικαίωμα΄΄ να αλωνίζει στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο, διεκδικώντας μερίδιο από περιοχές που η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει κατοχυρώσει και προστατεύσει.
Η επέκταση των χωρικών υδάτων στα δώδεκα ναυτικά μίλια έπρεπε να έχει γίνει προ πολλών ετών και σίγουρα όταν η Τουρκία έδειχνε ότι ακόμη είχε Ευρωπαϊκό προσανατολισμό και είχε ανάγκη τη σύμφωνη γνώμη της Ελλάδας για να εισπράττει τα οικονομικά πακέτα στήριξης και να απολαμβάνει τεράστια οφέλη από τη σύνδεση της με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δυστυχώς για μία ακόμη φορά αποδειχτήκαμε ως Χώρα κατώτερη των περιστάσεων και ανίκανοι να εκμεταλλευτούμε τη στρατηγική μας θέση, την θέση μας στην ΕΕ, τη συμμετοχή μας στο ΝΑΤΟ και γενικά όλα τα πλεονεκτήματα που σε παλιότερες εποχές με κατάλληλους ανθρώπους, γνώση, αποφασιστικότητα και στρατηγικές πολιτικές μας κράτησαν όρθιους ακόμα κι όταν ήμασταν ηττημένοι ( πχ η συνθήκη της Λωζάνης).
Έχει πολλαπλώς αναδειχτεί από πολιτικούς, αναλυτές, καθηγητές γεωστρατηγικής ή διεθνούς δικαίου, η αναγκαιότητα για εθνική στρατηγική στην εξωτερική πολιτική, αλλά εις μάτην.
Πόσο δύσκολο είναι άραγε να συμφωνήσει το πολιτικό σύστημα σε ένα μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο που θα το τηρούν όλοι, ανεξαρτήτως κομμάτων, κυβερνήσεων ή προσώπων;
Πόσο δύσκολο είναι αυτή η Χώρα να πράξει το αυτονόητο στα εθνικά θέματα που το εφαρμόζουν ακόμη και χώρες που εμείς θεωρούμε ΄΄τριτοκοσμικές΄΄;
Πόσο δύσκολο είναι τουλάχιστον στα μεγάλα ζητήματα που δεν αφορούν μόνο την παράταξη που κάθε φορά κυβερνά, αλλά ολόκληρη τη Χώρα και τις επόμενες γενιές να συμφωνήσουμε;
Πόσο δύσκολο ήταν να βρεθεί μια ελάχιστη συμφωνία για την εθνικά κρίσιμη συμφωνία των Πρεσπών ή για τις επίσης κρίσιμες συμφωνίες με την Αίγυπτο και την Ιταλία ή στην επέκταση των Ναυτικών μιλίων, με συνέπεια να παρατηρείται η θλιβερή εικόνα στο Κοινοβούλιο, αυτά τα τεράστιας σημασίας θέματα να τα στηρίζει η εκάστοτε Κυβέρνηση και να τα καταγγέλλει η αντιπολίτευση;
Σε αυτή τη δύσκολη για τη Χώρα συγκυρία θα πρέπει επιτέλους πριν είναι πολύ αργά, να λάβουμε σοβαρές αποφάσεις και να τις τηρήσουμε, όπως:
– ομόθυμη εθνική στρατηγική και ομοψυχία
– χάραξη μακρόπνοης εξωτερικής πολιτικής
– εκμετάλλευση της θέσης ισχύος μας ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επίκληση της αλληλεγγύης των ισχυρών εταίρων μας ( με πράξεις κι όχι με λόγια) για την προστασία του ενιαίου Ευρωπαϊκού χώρου
– αποφασιστική στάση ( μετά τη δημιουργία ισχυρών συμμαχιών) για τη διασφάλιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια θα πρέπει να εξαντλήσουμε κάθε διπλωματικό περιθώριο επίλυσης με ειρηνικό τρόπο τις διαφορές μας με την Τουρκία, αλλά αυτό δεν πρέπει να μας κάνει να εφησυχάζουμε και να μην είμαστε έτοιμοι για όλα τα ενδεχόμενα, δεδομένου ότι ο Ερντογάν είναι αρκετά στριμωγμένος αυτή την περίοδο και εξ΄ αυτού του λόγου, απρόβλεπτος.
Ας διευκρινίσουμε τώρα τους σχετικούς όρους του Διεθνούς Δικαίου για να είναι ξεκάθαροι στο μυαλό μας και να γνωρίζουμε για τι πράγμα μιλάμε:
– Τα χωρικά ύδατα ( δηλαδή η αιγιαλίτιδα ζώνη ) αποτελούν μέρος της πλήρους εθνικής κυριαρχίας του παράκτιου κράτους στο οποίο ανήκει αυτή η θαλάσσια ζώνη και περιλαμβάνει τόσο τη θάλασσα όσο και το βυθό, το υπέδαφος αλλά και τον υπερκείμενο εναέριο χώρο.
– Σε αντίθεση με την αιγιαλίτιδα ζώνη, η υφαλοκρηπίδα είναι το τμήμα του παράκτιου βυθού που αποτελεί την ομαλή προέκτασή της ακτής κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και δύναται να επεκταθεί μέχρι τα διακόσια (200) ναυτικά μίλια και σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι τα 350 ΝΜ.
– Η διαφορά τώρα υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ είναι ότι η ΑΟΖ μπορεί να οριστεί μόνο με συμφωνία με το όμορο κράτος και μέχρι τα 200 ΝΜ, ενώ η υφαλοκρηπίδα υφίσταται χωρίς να απαιτείται οριοθέτησή της και συμφωνία με το όμορο κράτος.
Σημειώνεται ότι η μόνη Χώρα που δεν έχει ασκήσει το νόμιμο δικαίωμά της στα πλαίσια του διεθνούς δικαίου και ειδικότερα του Δικαίου της Θάλασσας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα δώδεκα ναυτικά μίλια είναι η Ελλάδα.
Η μερική τώρα επέκταση προς δυσμάς ( που ανακοινώθηκε πρόσφατα) δίνει ίσως ένα μήνυμα διπλωματικής κινητικότητας, αλλά πιστεύω ότι η επέκταση των ναυτικών μιλίων έπρεπε να γίνει ταυτόχρονα και προς Νότο και Ανατολικά, γιατί έτσι δίνεται η αίσθηση στη διεθνή κοινή γνώμη ότι η Τουρκία ( η οποία θα το εκμεταλλευτεί) έχει δίκιο να αμφισβητεί την κυριαρχία της Ελλάδας στο Αιγαίο και το ΝΟΜΙΜΟ δικαίωμά της για επέκταση στα δώδεκα ναυτικά μίλια προς αυτό.
Η ιστορία θα δείξει αν αυτή η μερική επέκταση των ΝΜ ( που πρέπει να συνεχιστεί άμεσα, τουλάχιστον προς Νότο και Νοτιοανατολικά της Κρήτης στην περιοχή της συμφωνηθείσης ΑΟΖ με την Αίγυπτο, καθώς και η οριοθέτηση ΑΟΖ με την Κύπρο ) και οι μερικές οριοθετήσεις των ΑΟΖ, ήταν κατάλληλα προετοιμασμένες και πραγματοποιήθηκαν βάσει ενός στρατηγικού σχεδίου ή έλαβαν χώρα κάτω από πίεση και με προχειρότητα.
Οψόμεθα!!!!