«Ο φίλος μου ο … Πινόκιο»
Το ψέμα στην προσχολική και σχολική ηλικία.
Ο άνθρωπος έχει μια εγγενή τάση προς το ψέμα. Από μικρό παιδί καταφεύγει σ’ αυτό, είτε με το να αποκρύψει την αλήθεια, είτε με το να την παραποιήσει, είτε με το να υπερβάλλει στα λεγόμενά του. Δεν υπάρχει παιδί που να μπορεί να μιλήσει και να μην έχει πει κάτι μη αληθινό στη διάρκεια της ζωής του. Αυτό, αν και είναι μέθοδος που …χρησιμοποιήθηκε κι απ’ τους ίδιους τους γονείς σε ανάλογη ηλικία, καθώς κι αυτοί προϋπήρξαν παιδιά, είναι κάτι που μπορεί να διαταράξει τις ισορροπίες στην οικογένεια και να τους φτάσει στα όριά τους. Εκεί, συνήθως, χάνουν την ψυχραιμία τους, νιώθουν ότι εξαπατούνται, φοβούνται ότι το ψέμα θα συνεχιστεί και στο μέλλον, και θα στοιχειώνει την επικοινωνία με το παιδί τους, και συχνά καταλήγουν σε έντονη επίπληξη, ακόμα και σε χειροδικία.
Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ Η ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ
Αρχικά, είναι απαραίτητο, οι γονείς να διακρίνουν αν αυτό που λέει το παιδί είναι κάτι που το γεννά η φαντασία του ή αν πρόκειται για ένα συνειδητό ψέμα. Σ’ αυτό το σημείο, έχει ενδιαφέρον να αναφερθούμε στο πώς διαμορφώνεται και πώς εκφράζεται η παιδική φαντασία. Ένα παιδάκι, λοιπόν, προσχολικής ηλικίας, βρίσκεται στο ‘προ-λογικό’ στάδιο της εξέλιξης της νοημοσύνης του, χαρακτηριστικό του οποίου είναι η ‘ φυσιογνωμική – ανιμιστική αντίληψη’. Με άλλα λόγια, το παιδάκι σ’ αυτή την ηλικία, έχει την τάση να ζωντανεύει τον κόσμο γύρω του, να μιλάει με τα ζωάκια και να ισχυρίζεται πως τα παιχνίδια του πονάνε, χαίρονται ή τραγουδάνε. Αυτή η περιπλάνηση σε φανταστικούς κόσμους, όπου όλοι και όλα μιλάνε τη γλώσσα του παιδιού, είναι μια φυσιολογική εκδήλωση και μια απαραίτητη διαδικασία για να κατανοήσει το παιδί τον κόσμο. Άλλωστε και τα ίδια τα παραμύθια, που έχουν μεγαλώσει γενιές και γενιές παιδιών, ενθαρρύνουν αυτή την φυσιολογική τάση του παιδιού να χρησιμοποιεί τη φαντασία του και να εκφράζεται μέσα απ’ αυτή.
Είναι πραγματικά άδικο και ψυχικά επιζήμιο για ένα παιδί, να χαρακτηρίζεται ως ‘μυθοπλάστης’, ‘ονειροπαρμένο’ ή ‘ψεύτης’, επειδή απλά εκφράζεται μέσω της φαντασίας του. Όταν ένα μικρό παιδί ετικετοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν του αναγνωρίζεται η φυσιολογική ανάγκη του να οργανώσει, μέσω της φαντασίας του, συγκεκριμένα συναισθήματα, αλλά και να ικανοποιήσει άμεσα κάποιες επιθυμίες του που δεν θα μπορούσε με άλλον τρόπο να πραγματοποιήσει, παρά μόνο μέσα από τη φαντασία του. Η ανάπτυξη της παιδικής φαντασίας είναι απαραίτητη, κυρίως στην προσχολική ηλικία, και θα πρέπει να ενισχύεται και όχι να υπονομεύεται ή να απαγορεύεται σαν κάτι κακό.
Οι γονείς και οι παιδαγωγοί προσχολικής ηλικίας, θα πρέπει να δείχνουν μεγάλη κατανόηση αλλά και ενδιαφέρον για τις φανταστικές ιστοριούλες του παιδιού, που μπορεί βέβαια να τους παραπέμπουν στο ψέμα, αλλά δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως προσπάθεια του παιδιού να τους εξαπατήσει. Σ’ αυτή την περίπτωση, δεν μιλάμε για ψέμα αλλά για φαντασιακή απόδραση, όπου το παιδί χρησιμοποιεί τη φαντασία του για να πραγματοποιήσει τις επιθυμίες του. Ωστόσο, όμως, οι γονείς και παιδαγωγοί, έχουν υποχρέωση να κάνουν στο παιδί σαφές και κατανοητό, το πώς έχει η αλήθεια και να το βοηθήσουν να δημιουργήσει σιγά-σιγά μέσα του, την αίσθηση της πραγματικότητας. Όταν, όμως, το παιδί μεγαλώσει αρκετά και τα όρια μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας έχουν γίνει σαφή και ευδιάκριτα, τότε η προσφυγή στο ψέμα θα έχει άλλη σημασία, άλλη εξήγηση και, φυσικά, άλλη αντιμετώπιση.
Στον ενημερωτικό οδηγό που ακολουθεί, παρατίθενται ενδεικτικά κάποια από τα συνήθη ψέματα των μικρών παιδιών (κυρίως ηλικίας άνω των 5 – 6 ετών) και οι πιθανές ερμηνείες τους.
ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΕΥΘΥΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΙΔΙ
Συγκεκριμένα, η ικανότητα ανάληψης των ευθυνών δεν είναι αποκλειστικά έμφυτο χαρακτηριστικό, αλλά αποκτάται και οικοδομείται στη διάρκεια της ανάπτυξης και διαπαιδαγώγησης του παιδιού. Οι γονείς δεν θα πρέπει να αποδέχονται ‘άνευ όρων’ τα ψέματα, αλλά να βοηθούν το παιδί να αποκτήσει αργά και σταθερά τη συναίσθηση των ευθυνών του, δίνοντας οι ίδιοι το σωστό παράδειγμα. Δηλαδή, και οι ίδιοι θα πρέπει να παραδέχονται τα λάθη τους και να αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους. Να είναι ειλικρινείς, να αποφεύγουν το ψέμα, κι αν είναι κάτι που το παιδί δεν θα πρέπει να μάθει, είναι προτιμότερο να το αποκρύπτουν παρά να παραποιούν την αλήθεια.
Η εύκολη και συνεχόμενη καταφυγή του παιδιού στο ψέμα, μπορεί να φωτογραφίζει υπερβολικά αυστηρούς και επικριτικούς γονείς. Συνεπώς, αν θέλουν να μαθαίνουν, από το παιδί τους, την αλήθεια, θα πρέπει να μπορούν να την αντέχουν.
Είναι σημαντικό οι γονείς να ‘αποκρυπτογραφούν’ τη συμπεριφορά του παιδιού τους όταν επιλέγει το ψέμα, και να λειτουργούν ανάλογα. Αυτό θα πρέπει να γίνεται με προσοχή, με σκοπό το παιδί να προσγειωθεί στην πραγματικότητα, χωρίς να τραυματιστεί, να αναπτύξει τις ικανότητές του, και να διαμορφώσει τη δική του, υγιή προσωπικότητα που θα υπογραμμίζει την αξία της αλήθειας και της ειλικρίνειας.
Η ειλικρίνεια θεωρείται αρετή. Αυτομάτως το να ψεύδεται κανείς θεωρείται ψεγάδι. Που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο ως αναξιόπιστο και φαιδρό και του στερεί την εμπιστοσύνη των συνανθρώπων του, γιατί όπως είπε ο Νίτσε «δεν με ενοχλεί που μου είπες ψέματα, με ενοχλεί που από εδώ και πέρα δεν μπορώ να σε πιστεύω». Η δε συνεχής καταφυγή στο ψέμα μπορεί να γίνει εθισμός, οπότε σ’ αυτή την περίπτωση μιλάμε για παθολογική ψευδολογία ή μυθομανία, σοβαρές ψυχικές διαταραχές που χρήζουν ψυχολογικής υποστήριξης.
Τα ψέματα, ή οι μη αληθινές δηλώσεις, χαρακτηρίζονται από τις επιπτώσεις / συνέπειες που έχουν στους άλλους. Στην πραγματικότητα, ο σκοπός δεν είναι πάντα να παραπλανήσουν ή να κοροϊδέψουν τον άλλον. Υπάρχει μια υποκατηγορία ψεμάτων, τα «κατά συνθήκη ψεύδη», όπως αναφέρονται στο περίφημο έργο του Μαξ Νορντάου, ή αλλιώς «λευκά ψέματα», τα μικρά – αθώα ψέματα, που πρακτικά δεν έχουν αρνητικό αντίκτυπο, ούτε βλάπτουν κάποιον. Αντίθετα σκοπός τους είναι ή να αποφευχθεί, με ευγενικό τρόπο, μια άβολη – ανεπιθύμητη κατάσταση ή να προστατευτεί ο αποδέκτης τους από μια δυσάρεστη αλήθεια, η οποία, όμως δεν είναι απαραίτητη για την επιβίωσή του. Δηλαδή, δεν δημιουργεί πρόβλημα η μη αποκάλυψή της. Η καθημερινότητα όλων μας, μάς δίνει αρκετά παραδείγματα: στην ερώτηση «τι κάνεις;», συνήθως απαντάμε «καλά» ακόμα κι αν δεν νιώθουμε έτσι. Ομοίως: «Χάρηκα που σε είδα», «Όχι, δεν μου φαίνεται ότι πάχυνες», «Πλάκα κάνω, σου πάει το καινούργιο κούρεμα», «Σε πέντε λεπτά θα είμαι έτοιμη», «Θα μου κάνεις μια χάρη; Φυσικά, ό,τι θες», «Όχι, δε φαίνεται πολύ η γρατσουνιά στο πρόσωπό σου», «Έχεις δίκιο, έπρεπε να σε καλέσει…».
Απ’ την άλλη, είναι και τα παραμύθια… Κατάλευκα γλυκά ψέματα… Το ξέρουμε αλλά το απολαμβάνουμε. Γιατί, κάποιες στιγμές, όλοι μας έχουμε την ανάγκη να «αποπλανηθούμε» εν γνώσει μας, να αφεθούμε στη γοητεία ενός παραμυθιού που θα ξεπεράσει τα όρια της πραγματικότητάς μας, θα μας ξανακάνει παιδιά και θ’ αγγίξει τη φαντασία μας. Που θα μας δώσει μια αίσθηση ελευθερίας, έντασης, γλυκιάς προσμονής κι ελπίδας… Θεμιτό και λυτρωτικό, συνάμα, όταν δεν βλάπτει κανέναν…
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια όμορφη πόλη, μία από τις πολλές της χώρας μας, οι κάτοικοί της, ακολουθώντας τις οδηγίες για την αντιμετώπιση ενός απειλητικού ιού, έμεναν κλεισμένοι στα σπίτια τους και προσπαθούσαν να βρούνε ευχάριστους τρόπους να περάσουν το χρόνο τους. Οι γονείς, διάβαζαν παραμύθια στα παιδάκια τους και, σαν μπήκε ο Απρίλης, στην παρέα τους προστέθηκε…ο Πινόκιο, ο ψεύτης βοσκός, το κοράκι κι αλεπού… Κι είδαν όλοι μαζί, πόσο κακό είναι το ψέμα και πως η αλήθεια πάντα κερδίζει. Και τα παιδάκια έπαιξαν και γέλασαν κι ευχήθηκαν να περάσει γρήγορα ο καιρός για να πούνε όλα αυτά που μάθανε, και στους φίλους τους … Κι έζησαν όλοι αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα…
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΦΡΟΝΤΖΟΥ ΧΡΗΣΤΙΔΗ
Σύμβουλος Σχέσεων, Παιδιού & Οικογένειας, Β.Α. Ψυχολογίας
Επιστ. Συνεργάτης Μ.Ε.Υ. Β’ Παιδιατρικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού»