Ομιλία στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής κατά τη συζήτηση του Κρατικού Προϋπολογισμού 2019
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Συζητούμε τον τέταρτο Προϋπολογισμό της Κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.
Ο πρώτος ήταν της αυταπάτης.
Ο δεύτερος των ιδεοληψιών.
Ο τρίτος του στεγνώματος της οικονομίας.
Και ο τέταρτος νεομνημονιακός, αντιαναπτυξιακός, καταρτισμένος σε περιβάλλον αφαίμαξης της οικονομίας, καμουφλαρισμένος με «παχύ στρώμα» αριστερής χρυσόσκονης εν όψει των επικείμενων εκλογών.
Αυτά τα χρόνια, αποκαλύφθηκε ότι η Κυβέρνηση σχεδιάζει και υλοποιεί Προϋπολογισμούς χωρίς εθνική στρατηγική.
Στρατηγική που να προωθεί τη βιώσιμη ανάπτυξη, τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων απασχόλησης και την κοινωνική συνοχή.
Συνέπεια;
Η χώρα να χάνει πολύτιμο χρόνο, αφού υστερεί σε επιδόσεις.
Η οικονομία και τα υποκείμενά της, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, να λειτουργούν σε συνθήκες υψηλής αβεβαιότητας.
Και η κοινωνία να βρίσκεται σε προϊούσα παραίτηση.
Ας επιχειρήσουμε όμως αποσαφηνίσεις σε καίρια ερωτήματα, αφού η απάντησή τους σήμερα κρίνεται πιο επιτακτική από ποτέ.
Ερώτημα 1ο: Η χώρα βγήκε από το Μνημόνιο, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή βγήκε απλώς από το Πρόγραμμα, όπως υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία;
Απάντηση: Η αλήθεια είναι ότι η χώρα βγήκε, τυπικά, από το 3ο Πρόγραμμα, στο οποίο την οδήγησαν η δημιουργική ασάφεια, η ανευθυνότητα και ο τυχοδιωκτισμός του 1ου εξαμήνου του 2015.
Υπενθυμίζεται ότι από τα 8 χρόνια που η χώρα ήταν σε προγράμματα, τα 4, δηλαδή τα μισά, κυβέρνησαν οι ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Και ήταν και αχρείαστα…
Η χώρα όμως, ουσιαστικά, παραμένει «κλειδωμένη» στη μνημονιακή γραμμή.
Οι βαριές πολιτικές λιτότητας συνεχίζονται, οι δημοσιονομικοί στόχοι διατηρούνται – για πολλά χρόνια – υψηλοί, η δημόσια περιουσία είναι δεσμευμένη για έναν αιώνα, και η χώρα βρίσκεται ενταγμένη σε αυστηρό καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, πρωτόγνωρο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, όπως καταγράφει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Με τριμηνιαίες εκθέσεις, στη βάση των οποίων, αντιθέτως από τις αρχικές προβλέψεις, θα υλοποιούνται πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.
Και ήδη, στην 1η Έκθεση, διαπιστώνονται καθυστερήσεις στην υλοποίηση του συνόλου των μνημονιακών δεσμεύσεων, με αποτέλεσμα τα πρώτα μέτρα για το χρέος να μετατίθενται χρονικά.
Ερώτημα 2ο: Το Πρόγραμμα πέτυχε, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή απέτυχε, όπως υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία;
Απάντηση: Η αλήθεια είναι ότι το Πρόγραμμα απέτυχε, διότι δεν επιτεύχθηκε ο βασικός στόχος του, που είναι η δημιουργία των προϋποθέσεων για την ασφαλή και βιώσιμη χρηματοδότηση της χώρας από τις αγορές.
Αυτό άλλωστε επιβεβαίωσε και ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, την περασμένη εβδομάδα, στη συζήτηση για τον Απολογισμό-Ισολογισμό του 2016, κρίνοντας «κατά τεκμήριο ως αποτυχημένα τα δύο προηγούμενα προγράμματα επειδή δεν αποκατέστησαν πρόσβαση της χώρας στις διεθνείς αγορές».
Δυστυχώς σήμερα η χώρα μας, για μια σειρά από ενδογενείς και εξωγενείς λόγους, με κύρια ευθύνη της Κυβέρνησης, βρίσκεται εκτός αγορών.
Ερώτημα 3ο: Ο τρόπος διαμόρφωσης του ταμειακού αποθέματος ήταν ο ενδεδειγμένος, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή συνιστά αντικείμενο προβληματισμού, όπως υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία;
Απάντηση: Η αλήθεια είναι ότι το ταμειακό απόθεμα δημιουργήθηκε με λάθος τρόπο, «στραγγαλίζοντας» την πραγματική οικονομία.
Η Κυβέρνηση χρησιμοποίησε τις «κουτσουρεμένες δόσεις» του δανείου, υπερφορολόγησε τους πολίτες, κήρυξε εσωτερική στάση πληρωμών και κατέφυγε σε υπέρμετρο και σχετικά ακριβό εσωτερικό δανεισμό «σκουπίζοντας» την όποια ρευστότητα, αντί να διεκδικήσει τους αναξιοποίητους και χαμηλού κόστους πόρους του δανείου, ύψους έως 24 δισ. ευρώ.
Επιπρόσθετα όμως, η χρήση αυτού του αποθέματος, όπως αναμένεται να κάνει η Κυβέρνηση το 2019, τουλάχιστον κατά 11 δισ. ευρώ, θέλει προσοχή, για να μην σταλεί μήνυμα ανησυχίας στις αγορές, αυξάνοντας τα ήδη υψηλά επιτόκια, συμπαρασύροντας προς τα πάνω, ακόμη περισσότερο, το κόστος δανεισμού του ιδιωτικού τομέα, τόσο των επιχειρήσεων όσο και των τραπεζών, για τον οποίο η Κυβέρνηση, επίμονα, αδιαφορεί.
Ερώτημα 4ο: Η δημοσιονομική υπερ-απόδοση είναι θετική, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή αρνητική, όπως υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία;
Απάντηση: Η αλήθεια είναι ότι αυτή η δημοσιονομική υπερ-απόδοση υπονομεύει την αναπτυξιακή προοπτική της χώρας.
Η μέχρι σήμερα εκτέλεση του Προϋπολογισμού επιβεβαιώνει αυτή τη διαπίστωση.
Η Κυβέρνηση, έχοντας ως μοναδικό στόχο να παρουσιάσει ένα αχρείαστο υπερπλεόνασμα, εκτός της υπερφορολόγησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, συνεχίζει να στερεί σημαντική και απολύτως αναγκαία ρευστότητα από την οικονομία.
Θύματα, οι συνήθεις ύποπτοι: το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, οι επιστροφές φόρων προς τους ιδιώτες, καθώς και κοινωνικά ευαίσθητοι τομείς που αντιμετωπίζουν τις συνέπειες της εσωτερικής στάσης πληρωμών.
Το άθροισμα των αποκλίσεων έναντι των στόχων σε αυτούς τους τομείς, ισούται με την υπέρβαση που καταγράφεται στο πρωτογενές πλεόνασμα.
Αυτή η συνειδητή πολιτική επιλογή τείνει να καταστεί καταστροφική.
Ενδεικτικά, οι δημόσιες επενδύσεις κατρακύλησαν, το 2017, στο χαμηλότερο ύψος της τελευταίας δεκαετίας, με τη σωρευτική υστέρησή τους μέχρι σήμερα – έναντι του στόχου – να ανέρχεται στα 2,6 δισ. ευρώ.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι δημόσιες δαπάνες περικόπτονται ακόμη περισσότερο το 2019, κατά 550 εκατ. ευρώ, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν τα όποια, κουτσουρεμένα, αντίμετρα.
Όπως επισημαίνει και το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, αυτή η πρακτική «δημιουργεί προβληματισμό σχετικά με το αναπτυξιακό αντίκρισμα του τρόπου διάθεσης του δημοσιονομικού χώρου».
Ουσιαστικά, δεδομένου του υψηλού αναπτυξιακού πολλαπλασιαστή αυτών των πόρων, πρόκειται για την επιβολή ενός πρόσθετου «φόρου ανάπτυξης» από την Κυβέρνηση.
Και οι θεσμοί φέρουν μεγάλη ευθύνη που αποδέχονται, επί μακρόν, αυτή την συνειδητή πολιτική επιλογή.
Το αποτέλεσμα είναι η σημερινή Κυβέρνηση, «Κυβέρνηση των φόρων, των κατασχέσεων και των πλειστηριασμών», να αποτυγχάνει, διαχρονικά, σε όλες τις προβλέψεις για την ανάπτυξη.
Η χώρα όμως χρειάζεται μία επενδυτική πανστρατιά, δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, καθώς τόσο ο ακαθάριστος σχηματισμός όσο και το απόθεμα παγίου κεφαλαίου συρρικνώνονται.
Με δεδομένη την κυβερνητική αλλεργία στις ιδιωτικές επενδύσεις, θα περίμενε κανείς η Κυβέρνηση να αξιοποιεί το μοναδικό επενδυτικό εργαλείο που έχει στα χέρια της, και να μην το θυσιάζει, για πρόσκαιρες εντυπώσεις.
Φευ όμως!
Ερώτημα 5ο: Η υλοποίηση κάποιων επεκτατικών δημοσιονομικών μέτρων θα έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα για την κοινωνία, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή εντάσσεται στην προεκλογική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, όπως υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία;
Απάντηση: Η αλήθεια είναι ότι η Κυβέρνηση προτείνει, αποσπασματικά και με μεγάλη καθυστέρηση, μειώσεις κάποιων φορολογικών συντελεστών, τους οποίους όμως η ίδια, συνειδητά, αύξησε.
Και αφού προχώρησε σε 29 αυξήσεις φόρων, ανεβάζοντας τον συνολικό λογαριασμό των μέτρων λιτότητας, μέχρι σήμερα, στα 9,5 δισ. ευρώ.
Αναλογικά συνεπώς, η Κυβέρνηση έχει αφαιρέσει από την κοινωνία σχεδόν 10, για να επιστρέψει το 1.
Και αυτό το 1 θα έχει περιορισμένη επίδραση στην ανάπτυξη, εξαιτίας του μικρού ύψους και της σύνθεσής του, όπως επισημαίνει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Επιπλέον όμως, τα κυβερνητικά μέτρα δεν εντάσσονται σε μία συνεκτική οικονομική πρόταση, όπως αυτή που έχει καταθέσει η Νέα Δημοκρατία.
Πρόταση:
συνολικής μείωσης φόρων (π.χ. μείωση ασφαλιστικών εισφορών στο σύνολο των εργαζόμενων, μείωση εισαγωγικού συντελεστή φορολόγησης για τα φυσικά πρόσωπα κ.α.),
υλοποίησης διαρθρωτικών αλλαγών και ενίσχυσης της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία (π.χ. ξεμπλοκάρισμα εμβληματικών επενδύσεων, υλοποίηση αποκρατικοποιήσεων, εκκαθάριση ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου κ.α.),
ώστε να επιτευχθεί υψηλή και διατηρήσιμη ανάπτυξη, να δημιουργηθούν καλές θέσεις εργασίας και να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή.
Ερώτημα 6ο: Η μη περαιτέρω περικοπή των συντάξεων ενδείκνυται για πανηγυρισμούς, όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή επιβεβαιώνει την πάγια θέση της Νέας Δημοκρατίας, εκφρασμένη από το 2017, ότι δεν θα έπρεπε καν αυτές να νομοθετηθούν;
Απάντηση: Η αλήθεια είναι ότι η επιπλέον περικοπή των συντάξεων ήταν αχρείαστη, δεν περιλαμβανόταν στο 3ο Πρόγραμμα, και ψηφίστηκε μόνο από τους ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.
Υπενθυμίζεται ότι η σημερινή Κυβέρνηση έχει ήδη προβεί σε απανωτές περικοπές συντάξεων, 21 τον αριθμό, καταργώντας, μεταξύ άλλων, το ΕΚΑΣ, αυξάνοντας τις εισφορές υγείας, μειώνοντας κατά 35% τις κύριες και κατά 45% τις επικουρικές συντάξεις όλων των νέων συνταξιούχων.
Και είναι επιλογή της, το 2019, να μην υλοποιηθεί το μεγαλύτερο μέρος των πολυδιαφημιζόμενων αντιμέτρων, όπως είναι η δημιουργία νέων μονάδων προσχολικής εκπαίδευσης, η επιδότηση της συμμετοχής ασφαλισμένων για συνταγογραφούμενα φάρμακα, οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης, οι επενδύσεις σε υποδομές του πρωτογενή τομέα, και άλλα.
Η Νέα Δημοκρατία εξ’ αρχής διαφώνησε με την επιλογή της Κυβέρνησης να προχωρήσει σε επιπλέον περικοπές συντάξεων από το 2019, την καταψήφισε, στη συνέχεια ζήτησε – μέσω τροπολογίας – την κατάργησή της, και σταθερά υποστήριζε, εντός και εκτός χώρας, σε εταίρους και θεσμούς, σε όλα τα επίπεδα, τη μη υλοποίησή της.
Συνεπώς, η Κυβέρνηση, αντί να πανηγυρίζει, ας κοιταχθεί στον καθρέπτη.
Ερώτημα 7ο: Η χώρα ανακάμπτει, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή «σέρνεται», όπως υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία;
Απάντηση: Η αλήθεια είναι ότι η οικονομία μεγεθύνεται με αναιμικούς ρυθμούς.
Χαμηλότερους των αρχικών εκτιμήσεων όλων των οικονομικών οργανισμών, εντός και εκτός χώρας.
Επί μία τετραετία, η Κυβέρνηση απέτυχε σε όλες τις ετήσιες προβλέψεις της για την ανάπτυξη.
Με αποτέλεσμα, για μεγάλο διάστημα, η Ελλάδα να είναι η μοναδική αρνητική αναπτυξιακή έκπληξη παγκοσμίως.
Και να έχει χάσει 31 δισ. ευρώ δυνητικού πλούτου το 2018.
Αποδεικνύεται έτσι ότι η Κυβέρνηση «σέρνει» την οικονομία σε συνθήκες παράλυσης και στασιμότητας.
Ερώτημα 8ο: Η χώρα έχει επιστρέψει στην κανονικότητα, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή βρισκόμαστε πολύ μακριά της, όπως υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία;
Απάντηση: Οι ποσοτικοί δείκτες της οικονομίας δίνουν την απάντηση.
Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας διαρκώς υποχωρεί.
Η οικονομική ελευθερία συρρικνώνεται.
Οι θεσμοί διακυβέρνησης υποβαθμίζονται.
Οι καταθέσεις των ιδιωτών δεν επιστρέφουν ουσιαστικά στο τραπεζικό σύστημα.
Η πιστωτική συρρίκνωση συνεχίζεται.
Οι κεφαλαιακοί περιορισμοί – που επιβλήθηκαν το 2015 – δεν έχουν ακόμη πλήρως αρθεί.
Επίσης:
Οι οφειλές των πολιτών σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία έχουν εκτοξευθεί κατά 60% από το τέλος του 2014.
Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Δημοσίου δεν έχουν εκκαθαριστεί, παρά τις κυβερνητικές δεσμεύσεις.
Το Χρηματιστήριο έχει καταρρεύσει.
Οι τραπεζικές μετοχές έχουν εξαϋλωθεί.
Οι προκλήσεις για το τραπεζικό σύστημα, μεταξύ των οποίων η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και η ενίσχυση της οργανικής κερδοφορίας, είναι μπροστά μας.
Η ρευστότητα και η βιωσιμότητα σημαντικών φορέων, όπως είναι η ΔΕΗ, επιδεινώνονται.
Ενώ το κράτος διογκώνεται, χωρίς σχεδιασμό, αποκλειστικά με μικροκομματική στόχευση.
Συνεπώς, μέχρι σήμερα, όχι μόνο επιστροφή στην κανονικότητα δεν υφίσταται, αλλά η Κυβέρνηση, με τις πράξεις και τις παραλείψεις της, με ευθύνη και των εταίρων, ναρκοθετεί τα θεμέλια της οικονομίας.
Ερώτημα 9ο: Εμείς κινδυνολογούμε για την πορεία της χώρας, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή η Κυβέρνηση ζει σε μία εικονική πραγματικότητα, όπως υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία;
Οι απαντήσεις στα προηγούμενα ερωτήματα αποτυπώνουν την πραγματικότητα, αναδεικνύοντας τις τεράστιες κυβερνητικές ευθύνες.
Κυβέρνηση η οποία, για να τις «κρύψει», ρέπει προς την «κατασκευή» εχθρών που δήθεν «ζηλεύουν» την εικονική πραγματικότητά της.
Ας κατανοήσει όμως ότι δεν μπορεί να αντιρροπήσει την πραγματικότητα με εφαρμογή της ρήσης «όταν η πραγματικότητα δεν σέβεται τις επιθυμίες μας, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα».
Συνεπώς, αντί να επαίρεται, ας αντιληφθεί, έστω και την ύστατη ώρα της αποδρομής της, ότι «ο γιαλός δεν ήταν τόσο στραβός όσο τον παρουσίαζε, αλλά αυτή στραβά αρμένιζε».
Ερώτημα 10ο: Η ακολουθούμενη πολιτική είναι μονόδρομος, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή υπάρχει άλλος δρόμος, όπως υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία;
Απάντηση: Η Νέα Δημοκρατία πιστεύει ότι σε κάθε περίπτωση, ακόμη και για την επίτευξη προκαθορισμένων στόχων, υφίστανται εναλλακτικές προτεραιότητες και διαρθρώσεις βημάτων πολιτικής.
Σ’ αυτό το πλαίσιο έχει καταρτίσει ένα ρεαλιστικό σχέδιο οικονομικής πολιτικής, που θα ενισχύει την ποσότητα και θα βελτιώνει τη σύνθεση και την ποιότητα του πλούτου της χώρας, χωρίς πρόσθετη εσωτερική υποτίμηση, με ουσιαστική προώθηση των εταιρικών και δημοσίων επενδύσεων.
Σχέδιο, που θα βελτιώνει την παραγωγικότητα, την ποιότητα, την ανταγωνιστικότητα και την εξωστρέφεια.
Σχέδιο, που θα βοηθήσει να επιστρέψει ένα ποσοστό τουλάχιστον από την αυξημένη – τα τελευταία χρόνια – «διαρροή εγκεφάλων».
Σχέδιο που θα βοηθήσει να ανταποκριθεί η χώρα στον δομικό μετασχηματισμό της εργασίας, εξαιτίας της τεχνολογικής επανάστασης.
Η υλοποίηση αυτού του σχεδίου θα οδηγήσει σε υψηλότερους – σε σχέση με τους σημερινούς εξαιρετικά ασθενικούς – ρυθμούς μεγέθυνσης της οικονομίας.
Αυτοί, με τη σειρά τους, θα βελτιώσουν ακόμη περισσότερο τη βιωσιμότητα του χρέους, δίνοντας τη δυνατότητα για σταδιακή αποκλιμάκωση των υψηλών δημοσιονομικών στόχων, προσθέτοντας «βαθμούς ελευθερίας» για ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών.
Και έτσι η χώρα θα μπει στο επιδιωκόμενο ανοδικό σπιράλ.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Συμπερασματικά, ο Προϋπολογισμός δεν ανταποκρίνεται στο ύψος των αναγκών της χώρας.
Αντιμετωπίζει την οικονομία και την προοπτική της μυωπικά.
Κυριαρχείται από κομματικές στοχεύσεις.
Δεν δομεί σταθερό βήμα στην αναγκαία εθνική στρατηγική.
Ευτυχώς όμως, κλείνει ένας τετραετής κύκλος της Ελληνικής οικονομικής ιστορίας που τον χαρακτηρίζει η αυταπάτη, η ανευθυνότητα, οι ιδεοληψίες, ο κομματισμός και ο τυχοδιωκτισμός της σημερινής Κυβέρνησης.
Και οι πολίτες, με την απόφασή τους στις προσεχείς εκλογές, θα ανοίξουν ένα νέο κύκλο υπευθυνότητας, ρεαλισμού, σοβαρότητας, αξιοπιστίας και αποτελεσματικότητας.
Και αυτόν τον κύκλο θα τον πορευθούν με τη Νέα Δημοκρατία.
Άλλωστε, πάντα στα δύσκολα, οι πολίτες, την πολιτική λύση, την αναζητούσαν από τη Νέα Δημοκρατία.
Την παράταξη που οικοδόμησε τη σύγχρονη δημοκρατία.
Που σχεδίασε, υλοποίησε, εδραίωσε και διασφάλισε, το 2015, την ευρωπαϊκή θέση της χώρας.
Που, διαχρονικά και συγκριτικά, αύξησε με καλύτερους ρυθμούς το εγχώριο προϊόν της οικονομίας, και το διένειμε πιο δίκαια.
Γι’ αυτό και οι πολίτες, παρά τους κατά καιρούς πειραματισμούς, με την εμπιστοσύνη τους, αθροιστικά, την έχουν αναδείξει ως την πιο ισχυρή πολιτική δύναμη της χώρας.
Ως τον μόνιμο και σταθερό πυλώνα του πολιτικού συστήματος.
Ως την μεγάλη, πατριωτική, φιλελεύθερη, κοινωνική και ριζοσπαστική παράταξη της χώρας.
Με βαθιές και εκτεταμένες ρίζες στις λαϊκές δυνάμεις.
Εμείς, μαζί με όλους τους πολίτες, θα τα καταφέρουμε.
Θα τα καταφέρουμε να ανασυγκροτήσουμε, σε σύγχρονες βάσεις, τη χώρα μας.