Η δημοσκόπηση της Κάπα Research για την Στερεά Ελλάδα
Το Star Κεντρικής Ελλάδας παρουσίασε αποκλειστικά στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας την μεγάλη δημοσκόπηση της Κάπα Research.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στις 13 περιφέρειες σε σύνολο 9800 ατόμων στο διάστημα 25 Ιουνίου έως 2 Ιουλίου, μετά την υπογραφή της συμφωνίας με τα Σκόπια και την απόφαση του Eurogroup για το χρέος.
Στην Στερεά Ελλάδα, με εντολέα το Star Κεντρικής Ελλάδας, το δείγμα ήταν 713 άτομα και στην πρόθεση ψήφου η ΝΔ προηγείται με 23,5% έναντι 15,4% του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο στην πανελλαδική δημοσκόπηση η διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων είναι μικρότερη.
Τους στόχους, τα ευρήματα και τα συμπεράσματα σχολιάζει ο Υπεύθυνος Πολιτικών Ερευνών της Κάπα Research Αλέξανδρος Ρουντζούνης.
Ως γεγονός, η συμφωνία του Eurogroup σηματοδοτεί την ολοκλήρωση του οκταετούς μνημονιακού κύκλου. Ένα νέο πολιτικό τοπίο αρχίζει να αχνοφαίνεται. Σκοπός της έρευνας της Κάπα Research είναι να προσεγγίσει τις αντιλήψεις που έχουν διαμορφωθεί στα διαφορετικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας μέσα στην περιπέτεια της σημαντικότερης μεταπολιτευτικής κρίσης. Η ανάλυση των στοιχείων οδηγεί σε οκτώ βασικά συμπεράσματα:
1. Μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος παρακολουθούν με ελάχιστο ενδιαφέρον τις πολιτικές εξελίξεις γιατί το ατομικό και οικογενειακό τους συμφέρον απουσιάζει από την «εικόνα». Η αδιαφορία και η τάση προς την αποχή ενισχύονται και αγγίζουν το 50%. Μακροπρόθεσμα, σε αυτό συντείνει η φθορά των θεσμών και των δημοσίων προσώπων. Βραχυπρόθεσμα, οι πρόσφατες διαχωριστικές γραμμές «αντιμνημόνιο» – «μένουμε Ευρώπη» έχουν ατονήσει, ενώ το νέο μεγάλο δίλλημα που θα πυροδοτήσει τη νέα μεγάλη πόλωση για την επόμενη μέρα δεν έχει διαμορφωθεί.
2. Στην κοινωνία αναπτύσσονται δυναμικά δύο αντίθετα ρεύματα χωρίς, ακόμη, σαφή πολιτική οριοθέτηση και εκπροσώπηση. Το ένα ρεύμα σχηματίζεται γύρω από τον ψυχολογικό παράγοντα «Σκόπια», την εχθρική στάση απέναντι στην «κυβέρνηση της Αριστεράς», την καταγγελία της φορολογίας και τη διευκόλυνση των ξένων επενδύσεων. Το άλλο ρεύμα ζητά πάταξη της διαφθοράς, τιμωρία και εξάλειψη του «παλαιού συστήματος της διαπλοκής», αντιτίθεται στην Ακροδεξιά και υποστηρίζει την προστασία των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων.
3. Σε δεύτερο – όχι αμελητέο – βαθμό, οι εξελίξεις στην Ευρώπη και κυρίως στην ευρύτερη περιοχή (εκλογικό αποτέλεσμα στην Ιταλία, Τουρκικές προκλήσεις, Σκοπιανό κα.) τροφοδοτούν το εθνικιστικό ρεύμα με έντονα αντισυστημικά χαρακτηριστικά που οδηγούν σε ακρότητες τύπου «να παρέμβει ο στρατός», προδοσία και εθνική μειοδοσία.
4. Οι παραπάνω κοινωνικές διεργασίες τέμνουν την παραδοσιακή διαίρεση ανάμεσα στους «έχοντες» και «μη έχοντες» που είχαν στοιχηθεί άνετα στο «μνημόνιο – αντιμνημόνιο». Τα πιο εύπορα στρώματα είναι καλύτερα προετοιμασμένα να αξιοποιήσουν την κανονικότητα στην οποία φαίνεται να μεταβαίνει η οικονομία της χώρας. Έχουν μια πιο οικονομική/θετική αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας και ενδιαφέρονται για επενδύσεις, νέες θέσεις εργασίας και ανάπτυξη. Θεωρούν, ωστόσο, ενοχλητικό τον διχαστικό πολιτικό λόγο γιατί παράγει ρίσκο. Οι οικονομικά ασθενέστεροι, αντίθετα, παρότι αναγνωρίζουν την προσπάθεια για απαλλαγή από το μνημόνιο, δεν βλέπουν υπαρκτό όφελος από τη συμφωνία για το χρέος και στέκονται αμήχανα απέναντι σε κάθε είδους success story. Σε αυτό το περιβάλλον οικονομικού αδιεξόδου, και επιβεβαιώνοντας τη διεθνή ιστορική εμπειρία, στα συγκεκριμένα στρώματα διευρύνεται το εθνικιστικό ακροατήριο και η υιοθέτηση αρνητικής στάσης στο Σκοπιανό.
5. Ο ΣΥΡΙΖΑ από τον Νοέμβριο του 2015 έως σήμερα κυμαίνεται στα ίδια χαμηλά ποσοστά στις μετρήσεις. Ένας λόγος είναι ότι δεν υπήρξε (ή δεν πρόλαβε να γίνει) κρατικό πελατειακό κόμμα και δεν ωφελείται από το χαρακτηριστικό της κομματικής στράτευσης των σχηματισμών της μεταπολίτευσης. Μεγάλα τμήματα της κοινωνίας τον υποστήριξαν στις εκλογές του 2015 κάνοντας μια βραχυπρόθεσμη πολιτική επιλογή, χωρίς να «είναι ΣΥΡΙΖΑ». Έκτοτε η διαδρομή του ίδιου του Πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του προς το ευρωπαϊκό modus operandi άλλαξε οριστικά την πολιτική ατζέντα. Από τον φόβο του εκτροχιασμού και της εξόδου από την Ευρωζώνη, σήμερα, η άποψη περί επιδείνωσης της οικονομίας καταγράφει τη χαμηλότερη απήχηση των τελευταίων ετών. Στο πεδίο αυτό ο κ. Τσίπρας έχει προσωπικό πλεονέκτημα, διότι εκπροσωπεί μια γενιά που δύσκολα χρεώνεται την κρίση του 2010. Αυτό όμως δεν αρκεί για τη διεκδίκηση μιας 2ης τετραετίας. Δεν είμαστε πλέον στην εποχή των καλών προθέσεων. Οι πολίτες επιζητούν «ικανότητες και αποφασιστικότητα» και εκεί θα κριθεί η επόμενη αναμέτρηση.
6. Η Νέα Δημοκρατία ανέταξε πλήρως τις τάσεις υποχώρησης που καταγράφονταν όσο ο η κυβέρνηση προσχωρούσε στην «κανονικότητα» και – μετά από σχεδόν έναν χρόνο – εμφανίζει άνοδο. Για πρώτη φορά στο διάστημα της οκταετίας – και μετά την αποδυνάμωση που υπέστη από τους ΑΝΕΛ και τη Χρυσή Αυγή το 2012 – φαίνεται να διεισδύει εκ νέου στα φτωχά λαϊκά στρώματα με όχημα το εθνικό θέμα των Σκοπίων. Η στάση της δεν ενθουσιάζει τα πιο φιλελεύθερα και «λόγια» ακροατήρια, τα οποία αναγνωρίζουν ως ένα βαθμό τα κυβερνητικά επιτεύγματα στην οικονομία και την εξωτερική πολιτική, αλλά αυτό δεν επηρεάζει – προς το παρόν – την εκλογική επιρροή του κόμματος.Η μετατόπιση της Νέας Δημοκρατίας βρίσκεται σε εξέλιξη και δεν έχει λάβει ακόμα μορφή ή χαρακτηριστικά ταυτότητας. Αποφεύχθηκαν διασπαστικοί κίνδυνοι αλλά μένει να φανεί εάν το κόμμα θα ανακτήσει μια νέα πολυσυλλεκτικότητα.
7. Η κατάσταση στα μικρότερα κόμματα δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες μεταβολές. Το ΚΙΝΑΛ συγκρατεί δυνάμεις παρά τη δυσμενή συγκυρία των εσωτερικών διεργασιών και το ΚΚΕ εμφανίζει στασιμότητα. Η Χρυσή Αυγή παρουσιάζει άνοδο στη βόρεια Ελλάδα, στα φτωχά στρώματα, τους αγρότες και τους ανέργους. Η Ένωση Κεντρώων και οι ΑΝΕΛ κινούνται στα όρια εισόδου στη Βουλή, ενώ η Ελληνική Λύση φαίνεται να διεκδικεί μερίδιο από τις αντιδράσεις για τη συμφωνία των Πρεσπών. Ωστόσο, σε μη-προεκλογική περίοδο οι πολιτικές έρευνες είναι επιστημονικά αδύνατο να απαντήσουν κατηγορηματικά για τον αριθμό των κομμάτων που θα υπερβούν το 3%.
8. Συνολικά, τα κόμματα επιδιώκουν να ενσωματώσουν στην ταυτότητα τους τα πιο επιτυχημένα «ψηφοσυλλεκτικά» μοντέλα της Ευρώπης, ώστε να ανταπεξέλθουν στην επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση. Αγωνιούν για το ενδεχόμενο να αποτελέσουν τα ίδια θύματα της κρίσης, παρά να υπηρετήσουν θεμελιώδεις προγραμματικές θέσεις, διαχρονικές δεσμεύσεις και αξίες. Δεν προσαρμόζονται απλά, μεταλλάσσονται ραγδαία και συνδράμουν στην τυφλή σύγκρουση.
Η προσεκτική ανάγνωση των αποτελεσμάτων της έρευνας πείθει ότι η κρίση έχει δημιουργήσει ένα κοινωνικοπολιτικό και ψυχολογικό υπόστρωμα που κυοφορεί δύο πιθανές καταλήξεις: μια νέα μεταμνημονιακή Ελλάδα ή έναν νέο εθνικό διχασμό. Τι από τα δύο θα επικρατήσει είναι το μεγάλο διακύβευμα των εκλογών. Αυτό και η αναχαίτιση της αποχής.
Κατεβάστε το αρχείο με τα αποτελέσματα και από τις 13 Περιφέρειες:
{phocadownload view=file|id=9|target=s}
Αλέξης Ρουτζούνης
Υπεύθυνος Πολιτικών Ερευνών
Κάπα Research