«Βασιλεύσι ή Ευσεβέσι;» Σύντομο θεολογικό σχόλιο στο τροπάριο του Σταυρού και μικρή αναφορά στο «υπέρ αναρρήσεως των αιχμαλώτων»
Από την παρελθούσα Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, λαμβάνουμε την ευκαιρία να ανασύρουμε ένα λίγο παλαιότερο σχόλιό μας, σχετικά με ένα εκκλησιαστικό τροπάριο, που τείνει καμιά φορά να … ξενίζει τους πιστούς.
Επειδή, λοιπόν, κυρίως από λόγους άγνοιας, δημιουργείται –όλο και πιο σπάνια είναι η αλήθεια– κάποιο θέμα με την απόδοση τού απολυτίκιου του Τιμίου Σταυρού, έχουμε να πούμε λίγα λόγια σχετικά.
Η Εκκλησία μας «ούτε συμπολιτεύεται, ούτε αντιπολιτεύεται». Προσπαθεί να ασκήσει το έργο της επί της γης, που είναι ο αγιασμός των πιστών.
Όταν ένα αρχαίο τροπάριό της, το γνωστό εκείνο, που προσεύχεται το πλή¬ρω¬μα της Εκκλησίας με το «Σώσον κύριε το λαόν σου και ευλόγησον την κλη¬ρο¬νομίαν σου» παραξενεύει κάποιους με την συνέχειά του «Νίκας τοις βα¬σι¬λεύ¬σι κατά βαρβάρων δωρούμενος», τότε είναι επιβαλλόμενο να δια¬τυ-πωθεί, για ακόμα μία φορά η θέση της.
Το κοσμικό πολίτευμα δεν ενδιαφέρει την Εκκλησία. Και εάν κάποτε, όταν πρωτογράφτηκε το τροπάριο αυτό, υπήρχαν βασιλιάδες, δεν σημαίνει πως με κάθε αλλαγή πολιτεύματος θα έπρεπε η Εκκλησία να αλλάζει και την ορο-λο¬γία του ποιητικού της θησαυρού. Δηλαδή, να μνημονεύει κατά περί¬πτω-ση, πρόεδρο ή πρωθυπουργό ή γενικό γραμματέα ή οτιδήποτε άλλο νο¬μο¬θε-τή¬σουν οι άνθρωποι. Τότε ίσως να μη λέγαμε την Παναγία, Βασίλισσα των ου¬ρα¬νών ή στην είσοδο των τιμίων δώρων να αποφεύγαμε να υπο¬δεχθού¬με τον Κύριο: «ως τον Βασιλέα των όλων».
Η Εκκλησία μας, λοιπόν, με την ορολογία αυτή στο τροπάριο του Σταυρού, όπως και σε κάθε ευχή της, που αναφέρει «βασιλέα» ή τους «εν τω παλατίω» κ.λπ. εννοεί τον κάθε κρατούντα και κυβερνήτη. Εύχεται, μάλιστα, για όλους αυτούς τους μεγάλους, κυρίως, όπως εξηγούν τα αρχαία κείμενα, διότι οι δικές τους αποφάσεις και οι δικές τους μάχες έχουν επίδραση στη ζωή των υπηκόων τους, τού απλού λαού. Έχουν επίδραση, δηλαδή, σε όλους εμάς.
Επειδή, όμως, όλοι δεν είναι γνώστες τού θέματος από τη θεολογική του σκοπιά, μία λύση οικονομίας και διπλωματίας της Εκκλησίας είναι η συμ-βουλή να «αλλοιώνεται» το αρχαίο τροπάριο και όταν γίνεται ένας αγιασμός εκτός του Ναού, με την παρουσία ανθρώπων που μπορεί να αντι¬δρά¬σουν, να προτιμάται η φράση «νίκας τοις ευσεβέσι κατ΄εναντίον δω¬ρού¬με¬νος».
Και εκεί να τελειώνει και το όλο θέμα. Επομένως αποτελεί ζήτημα εκκλησιαστικής προσέγγισης και όχι τόσο θέμα δημοκρατικής ευαισθησίας.
Άλλωστε θέλουμε να πιστεύουμε, πως το σύστημα της δημοκρατίας δεν κινδυνεύει από τη χρήση παλαιών όρων και λέξεων.
Τώρα, το ότι οι ορολογίες και οι λειτουργικές εκφράσεις της Εκκλησίας μας έχουν μία διαχρονικότητα και δεν θα πρέπει κάποιοι να προσπαθούν με ορθολογιστικά κριτήρια να τις περιορίζουν, τροποποιούν ή και καταργούν, φάνηκε με έναν τραγικό τρόπο από την επικαιρότητα.
Κάποιοι και πάλι «ξενίζονταν» από την έκφραση σε κάθε σχεδόν λειτουργική αίτηση μέσα στις ιερές ακολουθίες «υπέρ αναρρήσεως των αιχμαλώτων». Μα, υπάρχουν, έλεγαν, στις μέρες μας αιχμάλωτοι στη χώρα μας; Τι καθόμαστε και ακούμε διάφορα … «ανεπίκαιρα»;
Κι όμως. Η προσευχή της Εκκλησίας δεν είναι μόνο για τα παρελθόντα και τα παρόντα, αλλά –λόγω της ιστορικής της εμπειρίας– επεκτείνεται και στα μέλλοντα.
Και αντιμετωπίζουμε, λοιπόν, σήμερα, μια στενόχωρη κατάσταση, που η προσευχή αυτή, περί της απελευθερώσεως αιχμαλώτων, αποκτά μία ιδιαίτερη συγκινησιακή φόρτιση και αξία.
Και καταλήγουμε. Μπορεί μέσα στην εκκλησιαστική διοίκηση να υπάρχουν πράγματα, τα οποία μας … σκανδαλίζουν. Μπορεί μέσα στην εκκλησιαστική τελετουργική να συμβαίνουν πράξεις, οι οποίες μας κάνουν να δυσφορούμε. Και μπορεί μέσα στην ποιμαντική πράξη να δεχόμαστε συμβουλές, που να μας δυσκολεύουν.
Οφείλουμε να μάθουμε να σκεφτόμαστε εκκλησιαστικά, αν θέλουμε να διορθώσουμε κάτι ή και να αποδιώξουμε ένα κακό από τον θεοσύστατο, μεν, Οργανισμό αυτόν, ο οποίος όμως διοικείται και απαρτίζεται και από τον ανθρώπινο παράγοντα. Ο στόχος είναι φυσικά, να παραμείνουμε εμείς εντός τού σίγουρου λιμανιού της χριστιανικής μας πίστης και όχι να απομακρυνό¬μα¬στε από Αυτόν, κάθε φορά, που έχουμε έναν πειρασμό να μας χτυπάει στο μυαλό, στην καρδιά ή την ψυχή.