Χειρότεροι κι από καλικάντζαρους;
Η αρχή της Ινδίκτου και αρχή του Εκκλησιαστικού έτους, δηλαδή η 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους, έχει καθιερωθεί επισήμως για την Εκκλησία μας, με απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου από το 1989, ως ημέρα Προσευχής για την Προστασία του Φυσικού Περιβάλλοντος.
Η Θεολογία της Οικολογίας αναπτύχθηκε εντός της Εκκλησίας μας από σοφούς και διεισδυτικούς ανθρώπους, Ιεράρχες, Πανεπιστημιακούς αλλά και άλλους θεολόγους, οι οποίοι έδωσαν μια ώθηση στο ενδιαφέρον του κόσμου για τη συγκεκριμένη πτυχή της Θεολογίας, καθώς πολλοί στρέφονταν προς αυτήν, προκειμένου να μάθουν τη στάση τής Ορθόδοξης Εκκλησίας και να πληροφορηθούν τις προτάσεις Της για το Περιβάλλον.
Το θέμα, λοιπόν, της προστασίας του σπιτιού μας -γιατί αυτό είναι το φυσικό περιβάλλον- αποτελεί θέμα, στην κυριολεξία, ζωτικής σημασίας. Γι΄ αυτό θεωρείται από τα Κράτη η 5η Ιουνίου ως η Παγκόσμια Ημέρα του Περιβάλλοντος, γι΄αυτό και η παγκόσμια βιομηχανία του θεάματος επενδύει υπέρογκα ποσά για τη δημιουργία κινηματογραφικών υπερπαραγωγών, με καταστροφολογικό κατά προτίμηση περιεχόμενο, ή ντοκιμαντέρ-ταινίες τεκμηριώσεως του προβλήματος, γι΄αυτό βλέπουμε προβεβλημένους πολιτικούς του διεθνούς στερεώματος, για παράδειγμα πρώην Αμερικανούς Αντιπροέδρους, να αναλώνονται στην παρουσίαση των τρομακτικών, για την εποχή μας και το μέλλον μας, περιβαλλοντικών δεδομένων.
Το όλο θέμα, βέβαια, με τις κοσμικές παγκόσμιες ημέρες για το περιβάλλον, το νερό και τα συναφή τείνει να εξελιχθεί σε κάτι σαν ημέρα μνήμης. Φτάνουμε έτσι να χρησιμοποιούμε όρους για το περιβάλλον, που χρησιμοποιούμαι, όταν θέλουμε να μνημονεύσουμε έναν «συχωρεμένο», κάποιον που δεν είναι πια μαζί μας.
Στο σημείο, όμως, αυτό ας έλθουμε στην επεξήγηση του τίτλου του κειμένου. Είμαστε πράγματι χειρότεροι από τους καλικάντζαρους; Τι σημαίνει πάλι τούτο; Γνωρίζουμε όλοι τη μυθοπλασία, που συνοδεύει τη φανταστική μορφή των καλικάντζαρων. Ολόκληρη τη χρονιά πριονίζουν το δένδρο της Γης, ώστε να την καταστρέψουν. Λίγο πριν το τελειωτικό κτύπημα, την ημέρα των Χριστουγέννων, ανεβαίνουν στην επιφάνεια για να πανηγυρίσουν τον επικείμενο άθλο τους και να πειράξουν τους ανθρώπους, προκαλώντας ζημιές και μικροαναστατώσεις. Διώκονται κακήν κακώς από «την αγιαστούρα του παπά», την ημέρα των Θεοφανίων, και εντέλει επιστρέφοντας στα έγκατα της γης βλέπουν με απογοήτευση και τρόμο τον κορμό της Γης να έχει ανασυσταθεί, με αποτέλεσμα να ξεκινήσουν για άλλη μια φορά το σισύφειο έργο τους.
Εμείς, πάλι, οι λογικοί άνθρωποι τι κάνουμε; Καταστρέφουμε το ζωτικό ιστό της Γης και μάλιστα απνευστί. Χωρίς να παίρνουμε αναπνοή συνεχίζουμε στο «μέτρο των…δυνατοτήτων του», βέβαια, ο καθένας, την κακοποίηση αυτού, που έχει δημιουργηθεί με σκοπό να μας φιλοξενεί και να μας στεγάζει. Συν τοις άλλοις, αποδεικνυόμαστε ανεύθυνοι και δοσίλογοι στο έργο που μας έχει ανατεθεί, κατά τας Γραφάς, από τον ίδιο το Δημιουργό μας. Στο πρώτο Βιβλίο της Αγίας Γραφής, τη Γένεση, ο Δημιουργός Θεός απευθυνόμενος στο δημιούργημα Αδάμ -και κατ΄επέκταση στο ανθρώπινο γένος- του αναθέτει έργο μοναδικό: να καλλιεργεί και να προστατεύει τον Παράδεισο, να φροντίζει, δηλαδή, το περιβάλλον του (Γεν. 2,18).
Μα, μπορούμε να σώσουμε εμείς τον Πλανήτη; Τη δυνατότητα την έχουμε και θα μας ζητηθούν ευθύνες στο μέτρο που μας αναλογούν. Γνωρίζουμε και δικαιολογημένα αγανακτούμε, όταν διαβάζουμε ότι η κατανάλωση ρεύματος και νερού από τις ΗΠΑ είναι μεγαλύτερη σε ποσοστό από ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο. Το ίδιο, όμως, κάνουμε και εμείς όταν υπερ-καταναλώνουμε και εκμεταλλευόμαστε εξαντλητικά τους μη ανανεώσιμους φυσικούς πόρους, σε ποσοστό κατά πολύ μεγαλύτερο από ότι αντιστοιχεί σε ένα κάτοικο της Κίνας, της Ινδίας ή της Αφρικής.
Οι τρόποι προστασίας και εξοικονόμησης είναι πολλοί, εφικτοί και μας γίνονται καθημερινά γνωστοί από κάθε υπεύθυνη πηγή και αρμόδιο φορέα. Εκκλησιαστικά ο πιστός θα πρέπει να αποκομίσει από τη Θεολογία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Διδασκαλίας την εντολή και ευλογία του Πανάγαθου Θεού να φυλάσσει τη Δημιουργία. Και ναι! Ως ευλογία πρέπει να κατανοήσει ο χριστιανός, ο άγιος των καιρών, τη δυνατότητα να προστατεύει το περιβάλλον. Άλλωστε κάτι τέτοιο τον οδηγεί σε καλύτερη σχέση με τον πλησίον και τελικά με τον ίδιο το Θεό.
Εάν βιώνουμε λοιπόν καθημερινά το πρόβλημα, χωρίς να επαναπαυόμαστε εθελοτυφλώντας, θα ήταν διαφορετική η στάση μας απέναντι στον ζωντανό αυτό οργανισμό, που μας φιλοξενεί. Ακόμα και εάν σκεφτόμαστε και πράττουμε εγωιστικά -αφήνοντας κατά μέρους την ηθική πλευρά του θέματος και τη θεολογική μας ωριμότητα- οφείλουμε να κάνουμε το παν για να επιβιώσει. Έστω … για να επιβιώσουμε κι εμείς μαζί…