Ελλάδα και Τουρκία σε νέο περιβάλλον

Η Τουρκία βγήκε διχασμένη από το δημοψήφισμα της Κυριακής, με περιορισμούς στη δημοκρατία της, με εσωτερική πόλωση ανάμεσα στις μεγάλες πόλεις και τις κουρδικές περιοχές και στην καθυστερημένη, ισλαμική, κατά βάση, ενδοχώρα.
Ο υπερ ενισχυμένος Πρόεδρος Ερντογάν θα ελεγχθεί από εδώ και πέρα για την τύχη και τον προσανατολισμό της χώρας του, που αντιμετωπίζει πληθώρα σοβαρών προβλημάτων σε έξαρση, από το Κουρδικό και το θέμα της Συρίας, μέχρι τις σχέσεις με την ΕΕ, τη Μόσχα αλλά και την Ουάσιγκτων.
‘Όμως ο κ Ερντογάν από την επόμενη κιόλας της ισχνής νίκης του, έστρεψε το ενδιαφέρον του κυρίως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με μια πρόκληση αλλά και μία διφορούμενη δήλωση. Η πρόκληση προς την ΕΕ είναι η πρόθεση του (χωρίς να προσδιορίζει τον χρόνο) να προχωρήσει σε επόμενο δημοψήφισμα για την επαναφορά της θανατικής ποινής, γνωρίζοντας ότι το θέμα αυτό κλείνει αυτομάτως την πόρτα της ΕΕ για την χώρα του.
Την ίδια στιγμή, όμως δήλωσε έτοιμος να «αναστείλει» τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της χώρας του με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αρκούντως προσεκτικός ο κ Ερντογάν δεν αναφέρθηκε σε «διακοπή» των διαπραγματεύσεων, αφήνοντας αυτό το «πλεονέκτημα» στην ίδια την Ευρώπη.
Η δήλωση αυτή του Τούρκου προέδρου το λιγότερο που αποκαλύπτει είναι η πρόθεση του να αλλάξει το πλαίσιο των σχέσεων του με την ΕΕ. Είναι εμφανές ότι δεν επιθυμεί πλέον να ακολουθήσει τους ελέγχους, τους περιορισμούς και την υλοποίηση προϋποθέσεων, που συνεπάγεται η ενταξιακή διαδικασία της χώρας του, αλλά αντιθέτως να ακολουθήσει ένα πιο «χαλαρό» σύστημα σχέσεων, που θα βασίζεται κυρίως στον οικονομικό τομέα, αφού οι ευρωπαϊκές χώρες αποτελούν τον πρώτο οικονομικό εταίρο της χώρας, με τις μεγαλύτερες επενδύσεις. Δεν θα είναι παράξενο, αν η Άγκυρα, με κάποιο τρόπο, θελήσει να ακολουθήσει το «βρετανικό μοντέλο» χωρίς να έχει περάσει από διαδικασία εξόδου από την ΕΕ.
Τόσο η Άγκυρα όσο και οι Βρυξέλλες γνωρίζουν ότι τι μεταναστευτικό πρόβλημα αποτελεί αυτή την στιγμή τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα τους, με πολλά θετικά και αρνητικά στοιχεία και για τις δύο πλευρές.
Μέσα σ΄αυτό το καινούργιο πλαίσιο των ευρωτουρκικών σχέσεων, που θα δημιουργηθεί σύμφωνα με τις παρούσες ενδείξεις, η Ελλάδα θα βρεθεί μπροστά σ ένα πρόσθετο μείζον πρόβλημα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Από τη δεκαετία του 90 και εντεύθεν, η Αθήνα έχει δημιουργήσει και έχει βασιστεί πάνω στο «δόγμα» ότι η Τουρκία είναι ανάγκη να δεθεί στο ευρωπαϊκό άρμα και να καταστεί πλήρες μέλος, όταν ικανοποιήσει τους ευρωπαϊκούς όρους και προϋποθέσεις, πολλές από τις οποίες λειτουργούν υπερ της Κύπρου, αλλά και της Ελλάδας, θεωρώντας – χωρίς έμπρακτη απόδειξη μέχρι στιγμής – ότι η ΕΕ είναι η «ασπίδα» της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία.
Εκ των πραγμάτων αυτό το ελληνικό «δόγμα» δεν καλύπτει πλέον την Ελλάδα, απέναντι σε μια Τουρκία που απομακρύνεται από την ΕΕ και αποκτά χαρακτηριστικά αυταρχικού καθεστώτος. Η αναζήτηση νέων «εργαλείων» στην πολιτική της Αθήνας απέναντι στην Άγκυρα είναι απαραίτητη – από το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, από την προοπτική ότι μαζί με την Κύπρο αποτελούν πραγματικά τα εξωτερικά όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέχρι την ενίσχυση των διμερών σχέσεων της Αθήνας με την Αν. Μεσόγειο (Ισραήλ και Αίγυπτο), χωρίς να υποτιμάται η προοπτική δημιουργίας του μεγάλου ενεργειακού άξονα (East Med) από το Ισραήλ – Κύπρο Ελλάδα και Ιταλία και από εκεί στην Ευρώπη.
Όλα αυτά τα στοιχεία αποτελούν ένα εκρηκτικό μείγμα για τη διαμόρφωση ενός διαφορετικού «δόγματος» στις σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία.
Χωρίς να λησμονείται ούτε στιγμή ότι η Τουρκία του υπερ-προέδρου Ερντογάν- με τη σύμφωνη γνώμη της μεγάλης πλειοψηφίας στη χώρα του- επιμένει στην παραβατική συμπεριφορά της στο Αν. Αιγαίο, η ανάσχεση της οποίας είναι το πλέον επείγον πρόβλημα στην εξωτερική πολιτική της Αθήνας.