Αυστηρός έλεγχος στα έργα με ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές
Την έντονη αντίδραση του ΤΕΕ (Τεχνικό Επιμελητήριο), εργοληπτικών και μελετητικών οργανώσεων έχει προκαλέσει η προσπάθεια του υπουργείου Υποδομών να αντιμετωπίσει το φαινόμενο των μεγάλων εκπτώσεων στις προσφορές για την ανάληψη δημόσιων έργων και μελετών, που τείνει να γίνει κανόνας ειδικά την περίοδο που διανύουμε, γεγονός που αποδίδεται στον μικρό αριθμό έργων που δημοπρατούνται.
Οι ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές (ΑΧΠ), όπως είναι ο ακριβής όρος που χρησιμοποιείται, χαρακτηρίζονται από όλες τις πλευρές ως ένα εξαιρετικά σύνθετο ζήτημα για το οποίο το υπουργείο Υποδομών έχει γνωστοποιήσει στους ενδιαφερόμενους φορείς προσχέδιο εγκυκλίου, σε συμμόρφωση με το άρθρο 88 του ν. 4412/2016 για τις δημόσιες συμβάσεις (εναρμόνιση με την κοινοτική νομοθεσία).
Σύμφωνα με στοιχεία που συλλέγουν οι εργοληπτικές οργανώσεις, οι εκπτώσεις σε όσα έργα έχουν δημοπρατηθεί το τελευταίο διάστημα κινούνται κατά μέσο όρο μεταξύ 50% και 60%. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του έργου για την ανάπλαση του Φαληρικού Όρμου, όπου η Άκτωρ μειοδότησε με έκπτωση 53,54%, αλλά και οι τρεις διαγωνισμοί που αφορούν τμήματα του οδικού άξονα Πάτρα – Πύργος στους οποίους μειοδότησε ο όμιλος Καλογρίτσα (Τοξότης – Ομάδα Κατασκευών) με εκπτώσεις μεταξύ 53% και 57%.
Όπως τονίζεται στο προσχέδιο της επίμαχης εγκυκλίου του Υποδομών, «το σημείο εκκίνησης για την προσέγγιση των ΑΧΠ είναι ότι μια καθοδική πίεση στις προσφορές στο ανταγωνιστικό περιβάλλον ενός διαγωνισμού δεν θα πρέπει να επηρεάσει τη δυνατότητα υλοποίησης του αντικειμένου της σύμβασης, την ποιότητα των υποδομών και έργων που παραδίδονται και να μην παραβιάζει το εθνικό και κοινοτικό δίκαιο στους τομείς της εργασίας και του περιβάλλοντος».
Οι συντάκτες της εγκυκλίου προσθέτουν ότι «λόγω της καθοδικής πίεσης στις τιμές οι Αναθέτουσες Αρχές (ΑΑ) πλέον λαμβάνουν με αυξανόμενη συχνότητα προσφορές, που είναι σημαντικά χαμηλότερες από τους προϋπολογισμούς ή από τις άλλες ανταγωνιστικές προσφορές. Η ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία αναφέρεται σε αυτό το φαινόμενο με τον όρο “ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές”. Παρά το γεγονός ότι η έννοια αποτελεί αντικείμενο νομικής ρύθμισης, δεν υπάρχει κοινά αποδεκτός ορισμός για το τι συνιστά μια ασυνήθιστα χαμηλή προσφορά. Η κατάσταση γίνεται πιο περίπλοκη, αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι τόσο οι ΑΑ αλλά και οι υποψήφιοι στοχεύουν σε χαμηλές προσφορές (οι τελευταίοι δρώντας σε ανταγωνιστικό περιβάλλον προκειμένου να κερδίσουν τον διαγωνισμό)».
Βάσει της εγκυκλίου δημιουργείται ένας μηχανισμός εντοπισμού των ΑΧΠ, ζητούνται εξηγήσεις από τις εταιρείες που τις κατέθεσαν και αν αυτές δεν κριθούν ικανοποιητικές οι προσφορές απορρίπτονται. Αν κριθούν ικανοποιητικές το έργο τους ανατίθεται, αλλά οι εξηγήσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία και την Προϊσταμένη Αρχή για τον έλεγχο της εκτέλεσης της σύμβασης, ενώ η υπογραφή της σύμβασης ανακοινώνεται αμελλητί στο Σώμα Επιθεωρητών Δημόσιων Έργων. Η «στενή» αυτή παρακολούθηση της εκτέλεσης του έργου αποτελεί ένα από τα κυριότερα σημεία της εγκυκλίου που προβληματίζει τους κατασκευαστές.
Ωστόσο και η πλευρά των κατασκευαστών αναγνωρίζει την ανάγκη «να αντιμετωπιστεί με ορθολογικό τρόπο το πρόβλημα των ασυνήθιστα χαμηλών προσφορών και των προσφορών κάτω του κόστους». Σε κοινή ανακοίνωση των ΤΕΕ, ΣΤΕΑΤ, ΠΕΔΜΕΔΕ, ΠΕΣΕΔΕ, ΣΥΝΓΕΜΕ, ΣΜΕΔΕΚΕΜ, ΣΕΓΜ, ΣΑΤΕ και ΣΜΥΕ – ΔΥΠ που εστάλη από τον πρόεδρο του Επιμελητηρίου Γιώργο Στασινό προς τον πρόεδρο του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων και Κατασκευών Αντώνιο Κοτσώνη, τον γενικό γραμματέα Υποδομών Γιώργο Δέδε και τον υπουργό Υποδομών και Μεταφορών Χρήστο Σπίρτζη, ζητείται «η απόσυρση του συγκεκριμένου σχεδίου εγκυκλίου και η έναρξη ουσιαστικού και γόνιμου διαλόγου για την εξεύρεση ρεαλιστικών λύσεων αναχαίτισης του προβλήματος και εξορθολογισμού των εκπτώσεων, υιοθετώντας, μεταξύ άλλων, τη βασική και απαρέγκλιτη αρχή της μη αποδοχής προσφορών κάτω του κόστους».
Όπως επισημαίνεται από τους προαναφερόμενους φορείς, «η αναχαίτιση του φαινομένου αυτού απαιτεί λήψη προληπτικών μέτρων και αντικινήτρων και δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της προτεινόμενης εγκυκλίου, η οποία επί της ουσίας ουδόλως εισφέρει, καθόσον το σύνολο των υποβαλλόμενων σήμερα προσφορών είναι εκτός των εύλογων ορίων. Ως εκ τούτου ο χαρακτηρισμός μιας προσφοράς ως “ασυνήθιστα χαμηλής” καθίσταται άνευ ουσιαστικού νοήματος».
Σύμφωνα με στελέχη του Υποδομών, το υπουργείο είναι ανοιχτό για να ακούσει προτάσεις οι οποίες βελτιώνουν το κείμενο της εγκυκλίου, ως εκ τούτου με ενδιαφέρον αναμένεται αν θα υπάρξει μια συναινετική αντιμετώπιση του ζητήματος.