Χρ.Σταϊκούρας: “Μη ρεαλιστικές οι προβλέψεις της Κυβέρνησης για το 2017”
Ακολουθεί η ομιλία του Συντονιστή Οικονομικών Υποθέσεων της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτή Φθιώτιδας, Χρήστου Σταϊκούρα, στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων
κατά τη συζήτηση του Προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού 2017.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού επιβεβαιώνει ότι η χώρα, επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, έχασε 2 χρόνια και «οδεύει» για το 3ο έτος.
Συγκεκριμένα:
Η οικονομία επέστρεψε στην ύφεση, όπου και παραμένει.
Το οικονομικό κλίμα κατέρρευσε.
Τα «λουκέτα» στην αγορά πολλαπλασιάστηκαν.
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές – ιδιωτών και Δημοσίου – διογκώθηκαν.
Η μείωση της ανεργίας επιβραδύνθηκε.
Το κόστος δανεισμού αυξήθηκε.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διογκώθηκαν.
Οι καταθέσεις παρουσίασαν πρωτοφανή από την αρχή της κρίσης συρρίκνωση.
Ταπεινωτικές δεσμεύσεις – όπως το υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων και ο «κόφτης» – αναλήφθηκαν.
Νέα μέτρα – ένα «τσουνάμι» φόρων και περικοπές στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, στα εφάπαξ και στην κοινωνική προστασία, ύψους 9 δισ. ευρώ – επιβλήθηκαν.
Το αποτέλεσμα; Το βιοτικό επίπεδο των πολιτών συρρικνώθηκε.
Και ενώ η χώρα, το 2016, σέρνεται στο τέλμα, οι προβλέψεις της Κυβέρνησης για το 2017 είναι μη ρεαλιστικές.
Αξίζουν ορισμένες επισημάνσεις:
1η Επισήμανση: Η πρόβλεψη της Κυβέρνησης για ανάπτυξη 2,7% το 2017, αν και θεμιτή, δεν είναι ρεαλιστική.
Γιατί όμως δεν είναι;
1ον. Η Κυβέρνηση προβλέπει αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,8%.
Αυτό είναι εξαιρετικά αισιόδοξο σε μία χρονιά κατά την οποία θα συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών.
Και αυτό γιατί επιβάλλονται νέοι άμεσοι και έμμεσοι φόροι και περικοπές στις συντάξεις και την κοινωνική προστασία, ύψους περίπου 2,6 δισ. ευρώ μόνο για το 2017.
Ενώ και η μείωση της ανεργίας, που ξεκίνησε το 2014 και θα μπορούσε – μέσω της αύξησης της απασχόλησης – να συμβάλει στην ενίσχυση της κατανάλωσης, επιβραδύνεται.
2ον. Η Κυβέρνηση προβλέπει αύξηση των επενδύσεων κατά 9,1%.
Κι αυτό όμως είναι εξαιρετικά αισιόδοξο.
Αλήθεια, πως θα ενισχυθούν οι επενδύσεις όταν η Κυβέρνηση «στραγγαλίζει» τον ιδιωτικό τομέα με την υπερφορολόγηση, τη «στάση πληρωμών» και την στέρηση ρευστότητας;
Πώς θα ενισχυθούν οι επενδύσεις με μία Κυβέρνηση που επιδεικνύει αναβλητικότητα και αβελτηρία και διακατέχεται από ιδεολογικές εμμονές και αγκυλώσεις σε ότι αφορά την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών;
Πώς θα ενισχυθούν οι επενδύσεις όταν ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών έχει καταρρεύσει;
Πώς θα ενισχυθούν οι επενδύσεις όταν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη και αξιοπιστία της Κυβέρνησης;
3ον. Η Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι «θα αυξηθεί η πιστωτική επέκταση στην οικονομία».
Βασικός μηχανισμός επίτευξης αυτού του στόχου είναι το τραπεζικό σύστημα.
Πώς θα μπορέσει να διοχετεύσει πόρους στην οικονομία το τραπεζικό σύστημα όταν έχουν ενισχυθεί οι καταθέσεις μόλις κατά 500 εκατ. ευρώ από τις αρχές του έτους, ενώ τα «κόκκινα δάνεια» συνεχίζουν να αυξάνονται, με αποτέλεσμα να έχει διευρυνθεί και διογκωθεί η «πιστωτική ασφυξία»;
Συμπερασματικά, η πρόβλεψη της Κυβέρνησης αποτελεί, απλώς, «ευσεβή πόθο» της.
Ακόμη όμως και αν αποδεχθούμε τις αισιόδοξες εκτιμήσεις της Κυβέρνησης, η απώλεια πλούτου σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις είναι 24 δισ. ευρώ μόνο για το 2017.
Αυτό είναι το οδυνηρό «αποτύπωμα» της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.
2η Επισήμανση: Η δημοσιονομική στρατηγική της Κυβέρνησης, η οποία καθοδηγείται από μια ιδεοληπτική εμμονή αύξησης των φόρων, δεν θα αποφέρει τα προσδοκώμενα από την ίδια αποτελέσματα.
Μία αναδρομή στους απολογισμούς των «μνημονιακών» Προϋπολογισμών το επιβεβαιώνει.
Συγκεκριμένα:
Τα φορολογικά έσοδα από το 2010 μέχρι και το 2015, παρά την αύξηση της φορολογίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων, συνεχώς μειώνονται.
Τα φορολογικά έσοδα το 2015 ήταν τα χαμηλότερα της δεκαετίας, παρά την επιβολή νέων, πρόσθετων φόρων από την σημερινή Κυβέρνηση.
Η μοναδική χρονιά κατά την οποία παρατηρήθηκε σταθεροποίηση των φορολογικών εσόδων ήταν το 2014. Θυμίζουμε ότι εκείνη τη χρονιά, η οικονομία σταθεροποιήθηκε επιτυγχάνοντας για πρώτη – και μοναδική μέχρι σήμερα φορά από την αρχή της κρίσης – θετικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, ενώ η τότε Κυβέρνηση προχώρησε και στις πρώτες στοχευμένες μειώσεις φορολογικών συντελεστών.
Συμπερασματικά, η στρατηγική της δημοσιονομικής προσαρμογής μέσω της αύξησης των φορολογικών συντελεστών, ειδικά σε ένα υφεσιακό μακροοικονομικό περιβάλλον, έχει αποδειχθεί οικονομικά αναποτελεσματική και κοινωνικά άδικη.
3η Επισήμανση: Η Κυβέρνηση, κατά την προσφιλή τακτική της, «κατασκευάζει πανηγύρια» για την πορεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού.
Αλήθεια όμως, στο εν λόγω θέμα γιατί πανηγυρίζει;
Για το γεγονός ότι ουσιαστικά έχει κηρύξει «εσωτερική στάση πληρωμών»;
Για το ότι «έσπρωξε» σε εφάπαξ εξόφληση τον ΕΝΦΙΑ μέσω πιστωτικών καρτών;
Για τους συμψηφισμούς δικαιούμενων επιστροφών φόρου εισοδήματος με τον οφειλόμενο ΕΝΦΙΑ;
Ή για το ότι, με την ιδεοληπτική εμμονή της στην αύξηση των φόρων, δημιουργεί μια σειρά από «ωρολογιακές βόμβες» στα θεμέλια της Ελληνικής οικονομίας;
Συγκρατήστε μερικές, που θα τις βρούμε μπροστά μας το 2017:
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ιδιωτών διογκώνονται. Συγκεκριμένα, από την αρχή του έτους, οι ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές έχουν αυξηθεί περίπου κατά 9 δισ. ευρώ.
Η «μαύρη τρύπα» στα ασφαλιστικά ταμεία βαθαίνει. Το αποτέλεσμα είναι η Κυβέρνηση να «σπάσει τον κουμπαρά» του Λογαριασμού Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων.
Τα «κόκκινα» δάνεια» στο τραπεζικό σύστημα αυξάνονται.
Η ρευστότητα και η βιωσιμότητα φορέων του δημοσίου, όπως είναι η ΔΕΗ και οι αστικές συγκοινωνίες επιδεινώνονται.
Αυτά τα στοιχεία εκτιμώ ότι δεν προσφέρονται για «πανηγυρισμούς».
Θα έπρεπε να είχαν ήδη βάλει την Κυβέρνηση σε σοβαρούς προβληματισμούς.
4η Επισήμανση: Οι δαπάνες για μισθούς, συντάξεις, ασφάλιση, περίθαλψη και κοινωνική προστασία παραμένουν σταθερές το 2017, περίπου στα 32,5 δισ. ευρώ, παρά την «κυβερνητική διαφήμιση» για την πλήρη εφαρμογή του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης.
Με λίγα λόγια, η Κυβέρνηση «τα παίρνει από τη μία τσέπη», με την περικοπή των συντάξεων και του ΕΚΑΣ και την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, για να «τα δώσει από την άλλη».
5η Επισήμανση: Παρά την αύξηση του εθνικού σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, οι συνολικές δαπάνες του Προγράμματος παραμένουν, το 2017, σταθερές.
6η Επισήμανση: Η Κυβέρνηση διόγκωσε τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, ενώ επιδεικνύει ανικανότητα και αναποτελεσματικότητα στην αποπληρωμή τους.
Συγκεκριμένα, σήμερα, με αποκλειστική ευθύνη της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου έχουν αυξηθεί κατά 63% από τις αρχές του 2015.
Ταυτόχρονα, η Κυβέρνηση δεν μπορεί να διοχετεύσει τα διαθέσιμα χρήματα στην αγορά και δημιουργεί νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Το 2016, στην καλύτερη περίπτωση, θα αποπληρωθούν οι μισές από αυτές, μεταθέτοντας την πλήρη αποπληρωμή τους για αργότερα, στερώντας πολύτιμη ρευστότητα από την πραγματική οικονομία.
Συνεπώς, η αποτυχία της Κυβέρνησης και σε αυτό το πεδίο είναι αποδεδειγμένη.
Συμπερασματικά, η σημερινή Κυβέρνηση απέδειξε ότι δεν μπορεί να οδηγήσει τη χώρα μπροστά.
Είναι σαφές ότι η χώρα χρειάζεται μια άλλη Κυβέρνηση, αποτελεσματική και αξιόπιστη. Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας η οποία θα υλοποιήσει εμπροσθοβαρώς διαρθρωτικές αλλαγές και αποκρατικοποιήσεις.
Θα προωθήσει την αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής στην κατεύθυνση σταδιακής μείωσης της φορολόγησης των πολιτών.
Και θα ισορροπήσει σε καλό σημείο μεταξύ οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης.