Η ετεροδικία και οι πολιτικές και ηθικές ασυνέπειες
Η πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης για την ετεροδικία της Γερμανίας (σχετικά με τις επανορθώσεις που οφείλονται για τις ζημιές που προκάλεσαν τα εγκλήματα πολέμου που διέπραξε ο γερμανικός στρατός κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής) απέρριψε τη δυνατότητα των δικαστηρίων των χωρών στις οποίες ανήκουν οι παθόντες να αποφασίζουν και να καταδικάζουν το γερμανικό κράτος στην καταβολή των αποζημιώσεων. Θα πρέπει κατά την άποψη του δικαστηρίου το θέμα των αποζημιώσεων να είναι αντικείμενο διαβουλεύσεων ανάμεσα στα εμπλεκόμενα κράτη.
Δεν θα μπούμε σε νομικό σκεπτικό που επαφίεται σε ειδικούς νομικούς επιστήμονες και έχει επαρκώς αναλυθεί, αλλά θα ασχοληθούμε με την κραυγαλέα ανεπάρκεια του δικαίου να συντονιστεί με τις σύγχρονες συνθήκες και με το προφανές, πως ο νόμος στο επίπεδο της μεγάλης ισχύος δεν προστατεύει το δίκαιο, αλλά τα συμφέροντα της ισχύος. [1] Δεν υπάρχει προς το παρόν δυνατότητα τέτοιας δικαιϊκής σύνθεσης που να αποκλείει την επιμεριστική και άδικη εφαρμογή του νόμου, δηλαδή την εφαρμογή δύο κριτηρίων στο πεδίο της πολιτικής. Ο θετικισμός μπορεί να ήταν αναγκαίος εν μέρει, αλλά αποκόπτει το δίκαιο από την ουσία του, που είναι η Δικαιοσύνη. Εκτός από τις μικροϋποθέσεις βέβαια της καθημερινότητας όπου ο παράγοντας της ισχύος απουσιάζει.
Η Γερμανία απαίτησε να εφαρμοστεί η αρχή της ετεροδικίας, με την αιτιολογία ότι είναι κυρίαρχο κράτος και δεν πρέπει δικαστήρια άλλων χωρών να αποφασίζουν εναντίον του γερμανικού κράτους – ούτε καν για προβλήματα που προέκυψαν από τα φρικτά εγκλήματα των γερμανών ναζί στις διάφορες χώρες που κυριολεκτικά τις κατέστρεψαν. Ταυτόχρονα επιθετικά υποστηρίζει και απαιτεί να ανατραπεί η κυριαρχία του ελληνικού κράτους απλώς για τα οικονομικά χρέη του, στα οποία χρέη φυσικά και οι ίδιοι συνέβαλαν ως ηθικοί αυτουργοί!
Αυτό είναι κατάφωρος εξευτελισμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας για δύο λόγους:
α) γιατί είναι φανερή η πλήρης αναξιοπιστία νομική και ηθική του γερμανικού κράτους με τα αντιφατικά κριτήριά του που δεν μπορεί να συγκαλυφθεί από την οικονομική ισχύ του και που καθιστά πάντα επίκαιρη τη διαπίστωση του αρχαίου σκύθη σοφού Ανάχαρσι πως ο νόμος μοιάζει με τον ιστό της αράχνης που πιάνει τα μικρά έντομα αλλά όχι τα μεγάλα, και
β) γιατί βάζουν στη ζυγαριά τα απάνθρωπα ναζιστικά εγκλήματα του πολέμου από τη μία και τις καθαρά οικονομικές οφειλές της Ελλάδας σήμερα (για τις οποίες και οι ίδιοι ευθύνονται) και βρίσκουν πως περισσότερο βάρος έχει το χρήμα [2] και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που επιχειρούν ενσυνείδητα να βυθίσουν τον ελληνικό λαό στην απόλυτη φτώχεια. Αν ο ελληνικός λαός πρέπει να υποστεί μία τέτοια τιμωρία και μάλιστα για πράγματα που δεν γνώριζε ούτε έλεγχε, τότε τι θα έπρεπε να υποστούν οι γερμανοί για τα τερατώδη εγκλήματα που διέπραξαν;
Πέραν του ότι αυτή η οικονομική καταστροφή που επιχειρούν κατά την άποψή μας συνιστά έγκλημα κατά της ανθρωπότητας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ωστόσο ταυτόχρονα δείχνει με τι αξίες αποφασίζουν οι δυτικές ελίτ και πόσο ανύπαρκτοι είναι οι λαοί στην αντίληψή τους.
Οι διακρατικές συνεννοήσεις δεν αποτελούν πραγματική λύση παρά μόνον θεωρητική, γιατί μέσω τέτοιων συνεννοήσεων υπάρχουν πολλά περιθώρια εκβιασμών, περιορισμών και λήθης των απαιτήσεων – όπως εξάλλου επί τόσες δεκαετίες οι πολιτικές ηγεσίες της χώρας δεν έκαναν τίποτε για το ζήτημα. Επιπλέον σε μια εποχή που προβάλλεται τόσο έντονα η απόρριψη της ανάμειξης του κράτους, είναι τουλάχιστον αντιφατική και κακόπιστη η απαίτηση της κρατικής ανάμειξης σε μια τέτοια περίπτωση όπου εμπλέκονται ιδιώτες.
Η δε τυχόν υποβολή τέτοιων αξιώσεων στα γερμανικά δικαστήρια, δηλαδή στα δικαστήρια της οφειλέτιδας χώρας, θα εσήμαινε πως δεν επρόκειτο να απονεμηθεί σοβαρή δικαιοσύνη, αν επρόκειτο έστω να απονεμηθεί κάποια. Η ηθική αυτοκάθαρση μπορεί να είναι εύκολη λεκτικά, αλλά όταν μεταφράζεται σε πράξη και χρήμα, τότε αποκαλύπτεται πως δεν είναι αληθινή.
Αυτό όλο το σκηνικό αποτελεί έναν ωμό τρόπο αντίληψης της ιδιοτελούς ισχύος (όχι βέβαια μόνον της γερμανικής). Όμως το ίδιο σκεπτικό ενυπάρχει στα πράγματα πριν ακόμη φανούν τα αποτελέσματά του και ο αδρανής και ιδιοτελής άνθρωπος δεν μπορεί να το αντιληφθεί εννοιολογικά έγκαιρα, αλλά συνήθως περιμένει τα γεγονότα, την πλήρη έκφραση μιας τέτοιας καταστροφικής δομής – και συνήθως τότε είναι αργά για να αντιδράσει.
Να μην ξεχνάμε επίσης πως υπάρχουν και παραδείγματα δυτικών χωρών που ζητούσαν από ξένες χώρες να παραδώσουν πολίτες τους για να τους δικάσουν, αγνοώντας την κυριαρχία των κρατών αυτών, ή αντίστροφα – και ο καθένας θέλει την κρατική κυριαρχία μόνον για τον εαυτό του. Το ζήτημα είναι πως η ετεροδικία όπως εφαρμόζεται ωφελεί αυτούς που είναι ισχυρότεροι και είναι πρόβλημα των ισχυρών το ότι δεν υπάγονται και οι ίδιοι σε ένα κοινό δίκαιο.
Οι σημαντικές ελλείψεις του διεθνούς δικαίου ήταν εξαρχής προφανείς, γιατί οι χώρες δεν ήθελαν να υπάγονται σε ένα ενιαίο δίκαιο που θα στρεφόταν κάποια ώρα και εναντίον τους, κυρίως οι ισχυρές που σχεδίαζαν να κάνουν κατάχρηση της ισχύος τους. Αλλά και το υπάρχον διεθνές δίκαιο δεν εφαρμόστηκε παρά μόνον κατ’ επιλογή. Προτίμησαν τις διμερείς και περιορισμένες συνθήκες, όπου φυσικά κυριαρχούσαν τα οικονομικά και άλλα συμφέροντα και όπου ο ισχυρός μπορούσε άνετα να επιβάλει τους όρους του. Η ιδέα του ΟΗΕ απέτυχε ή μάλλον όχι η ιδέα, αλλά η ανταπόκριση των λαών και των χωρών απέναντι στην ιδέα αυτή ήταν οικτρά αποτυχημένη.
Αυτό δεν σημαίνει πως η κατάσταση έπρεπε να παραμείνει στην προηγούμενη ασφυκτική περιχαράκωση των λαών, αλλά ότι έπρεπε να προωθηθεί η ειρηνική συνύπαρξή τους. Τελικά όμως η παγκοσμιοποίηση δεν έγινε σαν μια τέτοια ειρηνική συνύπαρξη, αλλά σαν μια ένωση της οικονομικής ισχύος. Και τα αποτελέσματά της θα είναι τραγικά.
_____________
[1] Γιάννης Ζήσης, OΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΙΣΧΥΟΣ — Σειρά Γεωπολιτική Στρατηγική Ιστορία
[2] Ιωάννα Μουτσοπούλου, ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ (΄Γ Μέρος) : Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΩΣ ΤΟΜΕΑΣ ΙΣΧΥΟΣ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΑΣ — Σειρά Κράτος
Ιωάννα Μουτσοπούλου, δικηγόρος
Μέλος της γραμματείας της Μ.Κ.Ο. Σόλων
Φωτό: βικιπαιδεια