Στουρνάρας: Κίνδυνος νέου μνημονίου μετά το 2018 χωρίς ρύθμιση χρέους
Την ανάγκη συγκεκριμενοποίησης των μεσοπρόθεσμων μέτρων που θα διασφαλίζουν τη μεσομακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους επισημαίνει στο εισαγωγικό σημείωμά του στην έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2016 – 2017, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, τονίζοντας ότι η παράταση της εκκρεμότητας εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους, και εκφράζοντας φόβους για νέο μνημόνιο μετά το 2018 εάν δεν ληφθούν πρωτοβουλίες από τους εταίρους προς αυτήν την κατεύθυνση. Επαναλαμβάνει δε την πρόταση για μετάθεση τοκοχρεολυσίων τουλάχιστον για 8,5 χρόνια.
Ο κεντρικός τραπεζίτες επισημαίνει πως η ελληνική οικονομία χρειάζεται συνδρομή για να μειώσει το υψηλό δημόσιο χρέος. «Συνεπώς, θα πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί η δέσμευση των εταίρων για τη διατύπωση μεσοπρόθεσμων μέτρων που θα διασφαλίζουν τη μεσομακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους και τα οποία θα τεθούν σε ισχύ με τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος».
«Κάτι τέτοιο» τονίζει ο ίδιος «θα βελτιώσει το οικονομικό κλίμα και θα διευκολύνει την έξοδο στις αγορές το καλοκαίρι του 2018, ή και νωρίτερα. Η παράταση της εκκρεμότητας εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους και προοιωνίζεται την ανάγκη νέας χρηματοδοτικής συνδρομής μετά το 2018, κάτι που απεύχονται τόσο η Ελλάδα όσο και οι εταίροι».
Ο κ. Στουρνάρας σημειώνει επίσης ότι «η συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και η συνακόλουθη βελτίωση των όρων χρηματοδότησης θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη των αγορών στην ελληνική οικονομία και θα διευκολύνουν τη διατηρήσιμη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές».
Όλα τα παραπάνω, σημειώνει ο διοικητής της ΤτΕ, εφόσον πραγματοποιηθούν εγκαίρως, θα επιταχύνουν την επάνοδο στη χρηματοπιστωτική κανονικότητα και θα σηματοδοτήσουν την έξοδο από την κρίση.
Ο κ. Στουρνάρας αναφέρεται αναλυτικά και στις αναγκαίες προϋποθέσεις προκειμένου η Ελλάδα να επιστρέψει σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης επισημαίνοντας ότι «παρά τις θετικές αλλαγές που έχουν επισημανθεί, η μεγάλη και παρατεταμένη ύφεση των τελευταίων ετών και η μείωση των επενδύσεων έχουν κληροδοτήσει στην ελληνική οικονομία τρία μείζονα προβλήματα: α) την υψηλή ανεργία, β) το μεγάλο όγκο των μη εξυπηρετούμενων δανείων και γ) το υψηλό δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών θα πρέπει να είναι τώρα άμεση προτεραιότητα της οικονομικής πολιτικής για να επανέλθει η οικονομία σε διατηρήσιμη τροχιά ανάπτυξης».
Πόσο μάλλον που η Τράπεζα της Ελλάδος ρίχνει τον πήχη της ανάπτυξης για το 2017 στο 1,6% από 2,5%, προσθέτοντας ωστόσο ότι «παρά τη χειροτέρευση των προβλέψεων για το 2017, οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για την ανάπτυξη παραμένουν ευοίωνες, εφόσον όμως συνεχιστεί απρόσκοπτα η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Παράλληλα, σημαντικό ρόλο στην ανάκαμψη διαδραματίζουν και οι θετικές οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ)».
in.gr