Γ. Οικονόμου: Η Ελλάδα δεν φοβάται να συζητήσει, αλλά και δεν συζητά από φόβο»
Η ΝΔ, ως Αντιπολίτευση, είχε εναντιωθεί στη Συμφωνία των Πρεσπών, λέγοντας ότι είναι μια κακή συμφωνία, για πολύ συγκεκριμένους λόγους.
Προσωπικά, νιώθω ότι όλες οι εξελίξεις -και οι τελευταίες στη Β. Μακεδονία- δικαιώνουν τις επιφυλάξεις μας για τις αστοχίες εκείνης της συμφωνίας.
Όμως ως Κυβέρνηση -ως Αντιπολίτευση είχαμε κάνει και μομφή στον ΣΥΡΙΖΑ- είχαμε πει ότι, άπαξ και ψηφίστηκε, είναι μια διεθνής συνθήκη, φέρει την υπογραφή της χώρας και οφείλει η χώρα να τη σεβαστεί.
Εφαρμόζεται, υπάρχουν μια σειρά πραγμάτων που προβλέπει η συνθήκη και πρέπει να έρθουν προς κύρωση στην Ελληνική Βουλή. Θα σταθμιστεί ο χρόνος που θα έρθουν.
Τι σημαίνει η Συμφωνία των Πρεσπών; Εάν η Β. Μακεδονία δεν σεβαστεί τη συνθήκη, τη Συμφωνία των Πρεσπών, δεν υπάρχει περίπτωση να μπει στην Ε.Ε..
Η Συμφωνία των Πρεσπών έγινε για να μπορέσει η Β. Μακεδονία, με τη συναίνεση της Ελλάδας, να μπει στο ΝΑΤΟ και να προχωρήσει και η ενταξιακή διαπραγμάτευση, με ό,τι συνεπάγεται η συμφωνία, στην Ε.Ε.
Εάν δεν τηρήσουν τα συμφωνημένα, εάν η καινούρια πολιτική ηγεσία επιμένει να μην σέβεται τη συνταγματική ονομασία, την υπογραφή της χώρας της σε μια διεθνή συνθήκη, δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση -και δεν είναι μόνο ελληνική θέση, την εξέφρασε η Πρόεδρος της Επιτροπής, του Συμβουλίου- η Β. Μακεδονία να βαδίσει το δρόμο προς την Ε.Ε..
Είναι άδικο να εγκαλείται η Ελληνική Κυβέρνηση για τον τρόπο συμπεριφοράς της εκλεγμένης Προέδρου της Β. Μακεδονίας προς τη συμφωνία. Υπάρχει μια διεθνής συμφωνία, η οποία δεσμεύει και τις δύο χώρες.
Ποια είναι τα τρία μνημόνια: Το ένα αφορά οικονομική συνεργασία, που έχει κάποια προαπαιτούμενα που πρέπει να προχωρήσουν από την πλευρά του κράτους της Β. Μακεδονίας, το δεύτερο αφορά την εποπτεία του FIR της Β. Μακεδονίας από την ελληνική αεροπορία και το τρίτο αφορά την επιτάχυνση της διαδικασίας εισόδου της Β. Μακεδονίας στην Ε.Ε.. Θέλει μία στάθμιση ο χρόνος, με τον οποίον η Ελληνική Κυβέρνηση θα φέρει προς ψήφιση, θα προχωρήσει βήματα παραπέρα τη συμφωνία αυτή.
Προσερχόμαστε στη συνάντηση με την Τουρκία με αυτοπεποίθηση, με την έννοια ότι η Ελλάδα είναι ένα Κράτος πολιτικά, πολιτισμικά, γεωπολιτικά, οικονομικά ισχυρό, χωρίς αφέλεια.
Ζήσαμε όλοι περιόδους πολύ υψηλής έντασης με την Τουρκία, βαριές κουβέντες, καθημερινές παραβιάσεις, στο «κόκκινο» για πολύ καιρό. Αυτό το κλίμα, πλέον, δεν υπάρχει. Ζήσαμε υβριδική επίθεση στον Έβρο, ζήτημα στην καλύτερη περίπτωση απουσία διάθεσης συνεργασίας για τη διαχείριση του μεταναστευτικού.
Σε όλα αυτά έχουν γίνει σημαντικά βήματα. Υπάρχει η σαφής θέση της ελληνικής πλευράς ότι είναι πολύ συγκεκριμένο το ζήτημα που συζητάμε με την Τουρκία, της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών. Δεν συζητάμε κανένα θέμα που να άπτεται κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων. Εκείνο που οφείλουμε να επιδιώκουμε είναι ότι, παρά τις διαφωνίες μας, να έχουμε καθαρές θέσεις και όσο το δυνατόν πιο ήρεμα νερά στις μεταξύ μας σχέσεις.
Αυτό έχει συμβεί γιατί η Ελλάδα ακολουθώντας μια εξωτερική πολιτική αρχών με σχέδιο και στρατηγική, έχει καταφέρει να δυναμώσει και η ίδια για να μην αγνοείται και να αυξήσει και το κύρος της στη διεθνή σκηνή, έτσι ώστε να εξασφαλίσει τη συναίνεση και τη στήριξη όπου χρειάζεται, πρωτίστως όμως να δυναμώσει η ίδια.