Αχ χελιδόνι μου, πώς να πετάξεις σ’ αυτό το μαύρο τον ουρανό;
Ο ουρανός μαύρος, ο αέρας καυτός, η ατμόσφαιρα αποπνικτική, αναδύεται μια μυρωδιά καμένου, στα ρουθούνια ένα ελαφρύ τσούξιμο… Μια ακόμη ημέρα ανείπωτης καταστροφής ξημέρωσε: η Εύβοια, η Πελοπόννησος, η Αττική- η Ελλάδα ολόκληρη- σε ένα κλοιό πυρκαγιών. Καμένα χωριά, καμένα σπίτια, καμένες περιουσίες, καμένη ζωή! Τα δάση αφανίστηκαν, τα σπίτια των ανθρώπων, ο τόπος τους, η ίδια τους η ζωή! Άνθρωποι ανήμποροι να σώσουν τα υπάρχοντά τους, τον τόπο τους, τα όνειρά τους, τις αναμνήσεις τους! Άνθρωποι έρμαια μιας ανίκανης και άχρηστης Πολιτείας. Μιας Πολιτείας που υποτίθεται ότι ο λόγος σύστασης και ύπαρξής της είναι η προστασία της κοινωνίας, του περιβάλλοντος φυτικού και ζωικού. Μιας Πολιτείας που αποδεικνύεται κουφή και τυφλή μπροστά στις διαρκείς εκκλήσεις των πολιτών για βοήθεια, μπροστά στην αγωνία τους για τα δάση και τα χωριά τους.
Οι εικόνες στις τηλεοπτικές οθόνες, εικόνες φρίκης, εικόνες κόλασης, παραπέμπουν σε πόλεμο! Δεν θρηνήσαμε θύματα λένε αλλά αποσιωπούν ότι είναι θύματα τα ανυπεράσπιστα ζώα, τα ανυπεράσπιστα δέντρα που έγιναν παρανάλωμα της φωτιάς και του «επιτελικού κράτους». Το ότι η γη φλέγεται δεν συνιστά δικαιολογία για τη δική μας ανικανότητα να περιορίσουμε τις πυρκαγιές! Οι ολέθριες παραλείψεις και η έλλειψη συντονισμού αποδεικνύουν για ακόμη μια φορά τη γυμνότητα του κρατικού μηχανισμού σε ζητήματα οργάνωσης και διαχείρισης κρίσεων από φυσικές καταστροφές. Η αναγκαστική εκκένωση οικισμών και χωριών οδήγησε τους κατοίκους τους σε φυγή. Πώς να παρηγορήσει και να απαλύνει κανείς τον πόνο τους; Πώς να δώσει κουράγιο και δύναμη σε γέρους κι ανήμπορους που άφησαν το σπίτι τους; Στους γονείς που έφυγαν με τα παιδιά τους στην αγκαλιά και σε πολλές περιπτώσεις χωρίς μια αλλαξιά ρούχα; Στους επαγγελματίες, τους αγρότες, τους κτηνοτρόφους και σε όλους όσοι η εργασία και η δραστηριότητά τους ήταν στις περιοχές αυτές; Σε όλους όσοι από τη μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν ξεριζωμένοι από τον τόπο τους, πρόσφυγες στην ίδια τους τη χώρα; Σε όλους αυτούς που πάλεψαν και παλεύουν σχεδόν αβοήθητοι να σώσουν ό,τι μπορούν;
Οι αναλύσεις των αιτιών στην προσπάθεια να απαντηθεί το ερώτημα «τι πήγε στραβά;» γίνονται ανούσιες και κουραστικές χωρίς να δίνουν την απάντηση στους ξεριζωμένους. Δεν μπορούν και δεν θέλουν να καταλάβουν πως ένα σύγχρονο κι ανεπτυγμένο κράτος άφησε βορά στις φλόγες χιλιάδες στρέμματα. Δεν είναι εύκολο να δεχτούν ότι γυρίζοντας πίσω θα είναι μεν ζωντανοί αλλά θα έχουν χάσει τη ζωή τους, ότι αυτό που θα αντικρίσουν θα είναι ξένο, άγνωστο και ίσως εχθρικό γι’ αυτούς. Δεν είναι εύκολο να ξαναχτίσουν τη ζωή τους στις στάχτες και στα αποκαΐδια των ονείρων και των αναμνήσεών τους. Η οργή ξεχειλίζει, η απόγνωση και η αβεβαιότητα για ένα μέλλον που κάηκε! Η επόμενη μέρα θα βρει όλους μας βαθιά πληγωμένους. Πέρα από την ανυπολόγιστη οικολογική και οικονομική καταστροφή η ψυχολογική κατάπτωση θα είναι επίσης αδιανόητη.
Όσο και να προσπαθούν οι αρμόδιοι να δικαιολογήσουν την ανικανότητά τους, όσο και να φταίνε οι καιρικές συνθήκες, η κλιματική αλλαγή και οι άνεμοι, η τεράστια καταστροφή που συντελείται ακατάπαυστα μια εβδομάδα τώρα δεν φανερώνει τίποτα άλλο από την αδυναμία και την ανικανότητα των ιθυνόντων να διαχειριστούν τέτοιες κρίσεις. Είναι υπεύθυνοι και υπόλογοι για το έγκλημα που συντελέστηκε και συνεχίζει να συντελείται!
Οι φωτιές θα σβήσουν, ο «κουρνιαχτός» θα κοπάσει κι η ζωή θα πάρει την κανονική της ροή, ίσως με τον καιρό καταλαγιάσουν η οργή και ο πόνος, όμως η αναζήτηση και η απόδοση των ευθυνών θα χαθούν στα κανάλια της γραφειοκρατίας και τότε κανείς δεν θα θυμάται αυτούς τους ανθρώπους και την τραγωδία που έζησαν, όπως έγινε σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις. Ωστόσο τίποτα δεν θα είναι πια το ίδιο ούτε για την Εύβοια, ούτε για την Πελοπόννησο, ούτε για καμία πυρόπληκτη περιοχή, ούτε για την ίδια την Ελλάδα!